Οι Ευμενίδες
6500 μΕ
Νεφέλωμα Μεσσερσμιτ, Ηλιακό σύστημα Αγάρ, Αμφισβητούμενη Ζώνη, στον εξώτερο Δακτύλιο της Πανανθρώπινης Αυτοκρατορίας, σύνορα Ηγεμονίας Νέιρι.
«Αναφορά»
«Οι ιθαγενείς έχουν επανειλημμένα αποπειραθεί να μας απομακρύνουν από την περιοχή των Σισύφιων ερειπίων, Τρισμέγιστε, αλλά κρατάμε τη θέση μας. Θα μπορούσαν και να προσπαθούν να μας διώξουν από τον πλανήτη τους με προσευχές.»
«Μην υποτιμάτε τη δύναμη της πίστης, Ναύαρχε. Ήταν η κινητήρια δύναμη που έφερε το είδος μας ως εδώ.»
«Μάλιστα, Τρισμέγιστε. Έχουμε ξεκινήσει τις διεργασίες επανεκκίνησης των συσκευών στα ερείπια. Δε γνωρίζουμε το σκοπό τους, αλλά ελπίζουμε οι εκκινητές να μας δώσουν κάποιο στοιχείο. Οι βραχμάνοι θεωρούν ότι πρόκειται για κάποιο σύστημα ελέχου συμπαντικών δονήσεων, με σκοπο την ανακύκλωση του κοσμικού άτμαν.»
«Και εσείς, τι γνώμη έχετε, Ναύαρχε;»
«Είναι ερείπια, άγνωστης φύσης και ηλικίας, για τα οποία δεν υπάρχει κανένα απολύτως προηγούμενο στα Σισύφια αρχεία που έχουμε συγκεντρώσει, Τρισμέγιστε. Έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι είναι όπλο.»
«Όπλο; Τι είδους όπλο μπορεί να χρειάζονταν ο πιο αναπτυγμένος λαός στην ιστορία του Σύμπαντος; Τι θα μπορούσε να τους αποτελέσει απειλή;»
«Δε γνωρίζω Τρισμέγιστε, αλλά ξέρω πολύ καλά ότι δεν ήταν πάντα ο ισχυρότερος λαός στο Σύμπαν. Μία κοινωνία χωρίς εχθρούς δε θα έφτανε τόσο μακριά. Πιθανότατα πρόκειται για κάποιο όπλο μαζικής καταστροφής, ίσως ένα Διασπαστής Μεμβρανών, ή μονάδα κατάρρευσης βαρυτικών πεδίων, σε κλίμακα που δε μπορούμε να υπολογίσουμε. Μπορεί να είναι κάτι αρκετά ακραίο και τελειωτικό, ώστε να αναγκάσει τους εχθρούς τους να καταλάβουν ότι δε θα υπήρχε γυρισμός από τη χρήση του.Μπορεί να είναι κάτι που δεν ήθελαν να βρει ποτέ κανείς.»
«Κι όμως, εμείς το βρήκαμε, Ναύαρχε»
«Μάλιστα Τρισμέγιστε.»
«Και για να απέτυχε οποιοδήποτε άλλο είδος, σημαίνει ότι δεν είχαν αυτό που χρειαζόταν, την επιμονή και τη μεθοδικότητα ώστε να το χτρησιμοποιήσουν. Ίσως, ήταν ένα όπλο των πραγματικά ανδρείων, που θα το έθεταν σε λειτουργία με σκοπό την ολοκληρωτική κυριαρχία, όπως ακριβώς έκαναν και οι Σισύφιοι, ενάντια σε αυτούς του υποθετικούς αρχέγονους εχθρούς τους.»
«Μάλιστα, Τρισμέγιστε»
«Συνεχίστε τις εργασίες. Διπλασιάστε τις βάρδιες. Αν είναι ένα όπλο τόσο καταστροφικό όσο πιστεύετε ότι είναι, τότε το Τριμούρτι το θέλει πάση θυσία.»
«Όπως επιθυμείτε, ω Σίβα, που τα βήματά σας σείουν το στερέωμα»
«Συνεχίστε με τις ευλογίες μου, Ναύαρχε. Γίνετε το πραγματικό ξίφος του Τριμούρτι. Είθε να αφανίσουμε τα άλλα είδη από τους χάρτες του ουρανού.»
6500μΕ, ώρα 7:45, χώρος ενημέρωσης
Το ανδροειδές που είχαν αναθέσει ως αξιωματικό δικοίκησης της διμοιρίας τους μπήκε χωρίς ιδιαίτερη φανφάρα και χωρίς καμία ανακοίνωση στον κοιτώνα τους, νεύοντάς τους να τον ακολουθήσουν. Οι σκέψεις του βούιζαν σα σμήνος από μέλισσες στο μυαλό της, δίχως καμία λογική ή ακολουθία. Η Οόνα κατάλαβε ότι είχαν αποσυνδέσει το μηχανισμό γραμμικής σκέψης του ανδροειδούς και είχαν αφήσει τις υπορουτίνες του να εκτελέσουν αυτή την εντολή, προκειμένου να μη μπορέσει να διαβάσει τις σκέψεις της μηχανής.
Για να έκαναν το μηχανικό αντίστοιχο λοβοτομής σε ένα ανδροειδές αξιωματικό αποκλειστικά για αυτούς, την ανησυχούσε.
«Τόνυ;»
«Ναι;»
«Το ανδροειδές έχει τον ανώτερο εγκέφαλό του απενεργοποιημένο. Μας οδηγεί με τις υπορουτίνες του.»
«Τι εννοείς;»
«Μας οδηγεί το μηχανικό αντίστοιχο ενός οργανικού παιδιού με εγκεφαλική παράλυση» εξήγησε ο Ραλφ. «Και η Οόνα το θεωρεί περίεργο επειδή προφανώς δεν ξέρει ότι δουλεύει για το στρατό.»
Ο Τόνυ και η Οόνα συγκράτησαν ένα μικρό γέλιο, σαν παιδιά που κοροϊδεύουν τη βαρύκοη δασκάλα πίσω από την πλάτη της.
«Το θέμα είναι γιατί να προβούν σε τόση μη αναγκαία μυστικότητα;»
«Γιατί βρισκόμαστε στα πρόθυρα του πρώτου γενικευμένου πολέμου με τους Νέιρι εδώ και σχεδόν δύο αιώνες, να γιατί. Και επειδή τα Τριφίδια θα εμπλακούν και αυτά στο χάος που θα ακολουθήσει, έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι ο επόμενος μεγάλος πόλεμος βρίσκεται στον ορίζοντα.» είπε ο Τόνυ, κοιτάζοντας την Οόνα. «Έχουν κάτι τα μάτια σου;»
Η Οόνα κοκκίνησε και κοίταξε αλλού.
«Κοίτα τη δουλειά σου, Τόνυ.»
Το μικρό δωμάτιο του διοικητή ήταν μία τρύπα από πλαστομέταλλο και πέντε λεπτά παραμονής μέσα σε αυτό σου έδινε την εντύπωση ότι ο χώρος αυτός ήταν τόσο μολυσμένος από την παρουσία μιας ύπαρξης τόσο αφοσιωμένης στην καριέρα της, που θα ήταν ακατάλληλο για οποιαδήποτε άλλη χρήση. Η Οόνα χαμογελούσε πάντα, άθελά της, όταν έβλεπε την προπαγανδιστική αφίσσα Εξοντώστε τους πριν μας εξοντώσουν!, ένα στυλιζαρισμένο ολόγραμμα που ξεπρόβαλλε από τον τοίχο, δείχνοντας μία σύντομη σκηνή μάχης κάτω από κόκκινο ουρανό με μαύρα σύννεφα, όπου στρατιώτες των Νέιρι σφάγιαζαν ανυπεράσπιστα γυναικόπαιδα και Τριφίδια έπνιγαν τους ναούς. Η εικόνα έπειτα άλλαζε, ένα όραμα γαλήνης και δικαίωσης κάτω από γαλάζιους ουρανούς με λευκά σύννεφα, με την ένδοξη πανανθρώπινη στρατιά να απωθεί την απάνθρωπη στρατιά και να αναστηλώνει την ελπίδα, με τον Αλντεμπαράν να λάμπει στον ορίζοντα.
Ένιωθε ένα περίεργο αίσθημα περηφάνειας όποτε κοιτούσε αυτό το ολόγραμμα, μια σιγουριά στην ανωτερότητα του είδους της. Ύστερα σκεφτόταν πως η ανθρωπότητα δε θα απωθούσε τον εχθρό. Απλά θα δηλητηρίαζε το περιβάλλον του, θα αφάνιζε τον πολιτισμό του και θα διέγραφε κάθε σημάδι της παρουσίας του στον πλανήτη πριν προσεδαφιστεί και και στήσει την αποικία του.
Ο μαλακός, δίχως εξωσκελετό και μέσα επιβίωσης σε ακραία περιβάλλοντα άνθρωπος παρέμενε το μαλθακό παιδί της συμπαντικής κοινωνίας, όσο μέταλλο και πλασμικές ασπίδες και αν τοποθετούσες ανάμεσα σε αυτόν και τον εχθρό.
Για πόσο πολύ όμως θα παρέμενε έτσι; Πόσο θα έπαιρνε στον άνθρωπο να αποφασίσει να γίνει ένα ον αντάξιο των εχθρών του; Πόσο θα χρειαζόταν μέχρι το Τριμούρτι να αποφασίσει να παραβιάσει τη μορφή του ανθρώπου, πιεσμένο από τη δίψα του για κατάκτηση, πριν αποφασίσει να τον μετρέψει σε κάτι άλλο, κάτι που θα κέρδιζε τον πόλεμο με έναν τρόπο τελειωτικό, αφήνοντάς τον μόνο στο Σύμπαν για άλλη μια φορά, όπως τα Προεπαφικά έτη;
Διαπίστωσε ότι είχε απορροφηθεί για μία στιγμή, αρκετή ώστε να χάσει την αρχή του λογιδρύου του αξιωματικού. Ότι ήταν η αφρόκρεμα της Τέρρα Πρίμα; Αν μία καρκινοπαθής με πιθανή εγκεφαλική βλάβη, ένας τεχνοφετιχιστής και ένα ρομπότ μάχης με παράνομο ΑΙ προσωπικότητας ήταν το καλύτερο δείγμα μας, τότε μπορούμε απλά να ανοίξουμε τα σύνορά μας και να αφήσουμε τα Νέιρι να μας καταλάβουν. Δε θα μπορούσαν να μας κάνουν τίποτα χειρότερο από ό,τι τους περιμένει εδώ…
«…άκρας σημασίας, οφείλω να σας πώ…» συνέχισε αδιάκοπα, χωρίς να προσέχει το κενό βλέμμα της.
Και όταν ξεμείνουμε από εχθρούς, πού θα στραφούμε; Είμαστε αναρίθμητοι και έχουμε εξαπλωθεί δίχως περιορισμό, παίζοντας με την τεχνολογία που κλέψαμε από τους θεούς. Παριστάνουμε τους κυριάρχους, αφανίζοντας τον εχθρό μας με τα όπλα του μπαμπά, χωρίς να ξέρουμε τι κάνουν πέρα από το ότι βγάζουν σφαίρες από την τρύπα στην άλλη άκρη. Πόσα από τα μυστικά τους δεν ξέρουμε; Πόσες λειτουργίες τους παραμένουν ένα μυστήριο; Αν οι Σισύφιοι ήταν ο μοναδικός πολιτισμός που μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις ίδιες τις θεμελιώδεις δυνάμεις του Σύμπαντος για τους δικούς τους σκοπούς, γιατί να κάνουν τον κόπο να φτιάξουν συμβατικά όπλα εξαρχής;
«…λόγω της πρόσφατης αστάθειας του δικτύου Πυλών, η μεταφορά θα πρέπει να γίνει με σκάφη…»
Δίκτυο Πυλών. Η αχίλλειος πτέρνα όλων μας. Αν το εγκαταλείψουμε, ο Αλντεμπαράν θα γίνει ένα ακριτικό προπύργιο. Αν το εγκαταλείψουν οι άλλοι, χάνουν οποιοδήποτε μέσο επικοινωνίας και δίαυλο εμπορίου με εμάς και όλους τους άλλους. Αν το επεκτείνουμε περαιτέρω, ανοίγουμε διόδους αμοιβαίας εισβολής και εγγυώμαστε την αλληλοεξόντωση των ειδών μας.
«…παράδοση στο Αγάρ μέσα στις επόμενες 96 ώρες. Περισσότερες πληροφορίες θα σας δωθούν κατά τη μεταφορά. Έγινα κατανοητός;» ολοκλήρωσε ο διοικητής.
Η Οόνα κοίταξε τον Τόνυ και τον Ραλφ και χαιρέτισε μηχανικά, πριν βγει από το γραφείο, κοιτάζοντας τους υπόλοιπους. Απόμακρύνονταν με μεγάλες δρασκελιές από το γραφείο του διοηκητή και όταν έκριναν ότι είχαν φτάσει σε απόσταση ασφαλείας…
«Μέσα σε εμπόλεμη ζώνη;»
«Αργή μετακίνηση με αλλαγή σκαφών;»
«Γιατί μας πέρασαν, γαμώτο, για αποίκους;»
«Πάντως διάλεξαν την αφρόκρεμα των αποστολών αυτοκτονίας, δε μπορείς να πεις…» αστειεύτηκε ο Ραλφ και οι άλλοι δύο τον κοίταξαν αποσβολωμένοι.
«Αστειεύτηκες;» ρώτησε ο Τόνυ.
«Πιθανότατα το ξεσήκωσα από κάπου, σκουριασμένο αγόρι.» πέταξε ο Ραλφ και κατευθύνθηκε προς τον θάλαμό τους. Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, μια αμήχανη σιωπή αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους.
«Σοβαρά, τι συμβαίνει με τα μάτια σου, έβαλες κάποιο εμφύτευμα;»
«Δε θυμάμαι τι είπε.»
«Τι παει να πει, δε θυμάμαι τι είπε; Νόμιζα ότι απομνημόνευες τα πάντα. Για όνομα του θεού, Οόνα, είσαι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να περιγράψει τα πρώτα του γενέθλια!»
Άραγε τα θυμάμαι; Φυσικά και τα θυμάμαι, ήμουν στη…όχι, ήταν κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην κοιτίδα, όταν οι γονείς μου με εξέθεταν σε ακτινοβολία. Είχα ξεκινήσει τη θεραπεία τότε και θυμάμαι τον αρχιερέα να τοποθετεί τα εμφυτεύματα πίσω από το δεξί μου μάτι. Όχι, αυτό συνέβη στα δέκα μου, ήταν και ένα άλλο παιδί εκεί, ένα αγόρι που ούρλιαζε συνεχώς, πέθανε στην εγχείρηση, λίγο μεγαλύτερος μου; Όχι, όχι…κάποιος ανακοίνωνε ότι είχε ανακαλύψει το μυστικό της αθανασίας...
«Όχι» ψέλλισε, νιώθοντας το κεφάλι της να καίγεται, απόλυτα ανήμπορη μέσα στο ίδιο της το μυαλό, πρώτη φορά σε όλη τη ζωή της.
«Τι όχι;»
Η Οόνα τον κοίταξε με μάτια όλο μίσος και πρόσεξε ότι το Τόνυ την κοιτούσε και πάλι διεξοδικά, προσπαθώντας να αναγνωρίσει τα σημάδια της προσθετικής. Κοίταξε κάπου αλλού.
«Τι έπαθες χθες, Οόνα;»
«Να μη σε νοιάζει.»
Της άρπαξε το χέρι.
«Είσαι η πιλότος μας, γαμώτο! Αν δεν είσαι καλά, μπορούμε να ζητήσουμε να εγκαταλείψουμε την αποστολή, να ανατεθεί σε άλλους! Μπορούμε να μείνουμε εδώ και να μην κινδυνέψουμε να σκοτωθούμε!»
Η Οόνα σκέφτηκε την προοπτική αυτή και τη ζύγισε σε σχέση με την αξία ενός πιθανότατα επώδυνου θανάτου πολύ μακριά από το σπίτι. Ο Τόνυ είχε δίκιο.
Αλλά τότε άκουσε τις μηχανές, που με τη σειρά τους ξεκίνησαν το βόμβο τους, επιζητώντας την προσοχή της και αποφάσισε να τον αγνοήσει. Ακόμη και μια Παμφάγος Μητέρα σκάφος των Νεϊρί δεν παραπονιόταν και μοιρολογούσε όπως όλες οι μηχανές της Τέρρα Πρίμα ταυτόχρονα.
«Είμαι καλά, Τόνυ.»
6500 μΕ, Θόλος του πόθου, Τρίτη συνοικία, ένα ασήμαντο κτήριο σε μια κακή γειτονιά.
Το έχουν αποκαλέσει λημέρι των Ευμενίδων. Είναι το μέρος που οι πόρνες πηγαίνουν γα να σταματήσουν να είναι πόρνες, ένα κτηριακό συγκρότημα κατοικούμενο από γυναίκες (όχι όμως ανθρωποειδή θυληκά, γιατί ακόμη και οι πόρνες χρειάζονται κάποιο είδος να σνομπάρουν), ερμαφρόδιτα και μερικά ρομπότ συντήρησης.
Όσοι περνούν απέξω, με μια γρήγορη ματιά το έχουν αποκαλέσει το πιο μίζερο μέρος την Τέρρα Πρίμα και αυτό είναι μια βαριά κατηγορία για οποιοδήποτε μέρος. Αλλά ακόμη και οι κολασμένοι, ατυχούντες υπήκοοι της Πανανθρώπινης Αυτοκρατορίας χρειάζονται και αυτοί ένα μέρος για να σνομπάρουν.
Το πραγματικό όνομα αυτού του μέρους είναι Συγκρότημα Ζ9, αν και οι πόρνες του Θόλου του Πόθου το αποκαλούν σπίτι. Έρχονται σε αυτό το μέρος για να μοιρασοτύν τις ιστορίες τους, να αναρρώσουν από τα παρατραβηγμένα παιχνίδια ενός πελάτη, να οχυρωθούν ενάντια σε άπληστους και σκληρούς προαγωγούς.
Υπεύθυνες του συγκροτήματος, παλιές πόρνες, τόσο μεγάλες σε ηλικία που έχουν ξεχάσει ακόμη και το ότι ήταν κάποτε πόρνες, είναι οι Ευμενίδες. Φυσικά δεν είναι αυτό το όνομά τους, αλλά δεν κάνουν τον κόπο να συστηθούν πλέον. Οι κάτοικοι του Θόλου τις ξέρουν πολύ καλά και όσοι ξεχνούν το όνομα και τη φήμη τους και αποπειρώνται να εισβάλλουν απρόσκλητοι στο βασίλειό τους, εκδιώκονται με το χειρότερο δυνατό τρόπο.
Πολλές φορές φεύγουν από το κτηριακό συγκρότημα κομμάτι-κομμάτι, αλλά κανείς δεν εκπλήσσεται. Είναι απλά ένα μικρό μέρος της ζωής στο Θόλο, κάτι φυσιολογικό και αναμενόμενο, σαν τη μυρωδιά παλιού σεξ μέσα σε ένα δωμάτιο φτηνού ξενοδοχείου.
«Είναι έτσι εδώ και μερικές ώρες.» είπε βουρκωμένη η κοπέλα στη Χήρα, τη μικρότερη από τις Ευμενίδες.
Η Ζέντα είχε παραδοθεί σε σπασμούς και αγκομαχητά πόθου, στριφογυρνώντας πάνω στο πάτωμα, με τις υπόλοιπες Ευμενίδες να τη συγκρατούν χειροπόδαρα.
«Χτυπούσε το κεφάλι της και το σώμα της σα δαιμονισμένη στο πάτωμα και στους τοίχους! Το ξέρω ότι δε μπορεί να βλάψει τον εαυτό της έτσι, αλλά δεν ξέρω τι να κάνω!» το κορίτσι ήταν στα όρια του νευρικού κλονισμού, βλέποντας τη συγκάτοικό της να ανστιστέκεται και σχεδόν να ξεφεύγει από την Βοργία, την πιο μεγαλόσωμη από τις Ευμενίδες.
Η Χήρα συνέχισε να κοιτάζει τη Ζέντα να σπαρταράει, σιωπηλή, το πρόσωπό της σφιγμένο. Η κοπέλα σταμάτησε να κλαίει και απλά κοίταζε τη γυναίκα, το γαλάζιο της δέρμα γεμάτο με αυλάκια από το χρόνο και τις μάχες που είχε δώσει.
«Τι έκανε πριν πάθει αυτό το πράγμα;» ρώτησε.
«Μου είπε ότι ήθελε να χρησιμοποιήσει το κεντρικό τερματικό, ότι ήθελε να στείλει κάτι σε ένα πελάτη, έναν τακτικό της. Φερόταν περίεργα, έμοιαζε αφηρημένη, σχεδόν δε με άκουγε όταν της μιλούσα στο σχόλασμα και-»
«Πώς τον λένε;»
«Δεν ξέρω, είναι ένα από αυτά τα φρικιά με τα εμφυτεύματα, όλο σκουριά. Όποτε έρχεται να δει τη Ζέντα βγαίνει καλυμμένος με αίματα και με κάνει να αναγουλιάζω…»
Η Χήρα συγκεντρώθηκε έντονα για άλλη μια φορά, ενεργοποιώντας το τερματικό του συγκροτήματος μέσω του εμφυτεύματος στην παλάμη της, παίζοντας στον αέρα με τα δάχτυλά της, εξετάζοντας τις τελευταίες κλήσεις και τις καταχωρήσεις των κοριτσιών. Είχε τη δύναμη και τη δυνατότητα να παρακολουθεί κάθε πτυχή της ζωής τους, αλλά δεν ήταν κατί που σκόπευε να αποκαλύψει.
«Τόνυ ο Σκουριάς», είπε η Χήρα, σχεδόν φτύνοντας κάθε λέξη από το στόμα της. Η Μαινάδα, η Τρίτη Ευμενίδα, κοίταξε τη Χήρα με μάτια ολόμαυρα, σα μικρές χάντρες.
«Ο Τετσουιστής; Ήταν αντιπρόσωπος της Μητέρας Σκουριάς στο Θόλο.»
«Από πού τον ξέρεις;» ρώτησε η Βοργία.
«Είχα περάσει μια…φάση ενθουσιασμού με παράνομα εμφυτεύματα όταν ήμουν μικρότερη. Ο Τόνυ έκανε τις περισσότερες εγκαταστάσεις στην περιοχή. Ήταν και πολύ πετυχημένος μάλιστα, μέχρι που τον πήραν χαμπάρι οι αρχές.»
«Τι μπορεί να έκανε ένας τεχνοφετιχιστής στο Θόλο που να έκανε τις αρχές να ενδιαφερθούν; Μας έχουν χεσμένους.»
«Λένε ότι είχε δημιουργήσει παράνομα εμφυτεύματα που ανήκουν στη μαύρη βίβλο των βραχμάνων. Καρμικά εμφυτεύματα, πνευματικούς ενισχυτές, κάποιοι λένε ότι είχε επιχειρήσει μερικές μετενσαρκώσεις χωρίς καμία έγκριση από το ιερατειο.»
Η Χήρα συνοφρυώθηκε και πάλι. Αν ο Τόνυ ήταν πράγματι κάποιου είδους ψυχοχειρούργος και είχε στα αλήθεια εξοργίσει τους βραχμάνους, τότε θα ήταν ήδη νεκρός. Η τεχνολογία για την οποία φημολογούνταν ότι χρησιμοποιούσε ο Τόνυ ήταν Σισύφια και προφανώς ξεπερνούσε την τεχνογνωσία ενός κοινού μέλους του ιερατείου (ένα μυστικό που έμαθε από έναν κουτσομπόλη πελάτη, πριν πολλά χρόνια).
«Δε θα πορούσε να γλιτώσει από το ιερατείο, όμως, έτσι δεν είναι; Πού θα μπορούσε να κρυφτεί; Είναι ένας τεχνοφετιχιστής, δε μπορεί να χαθεί μέσα στο πλήθος, και τα εμφυτεύματά του τον καθιστούν ανιχνεύσιμο σε κάθε αποικία, πόσο μάλλον στην Τέρρα Πρίμα.»
«Η Ζέντα μου είπε ότι είναι τεχνικός.» πέταξε η κοπέλα, κοιτάζοντας τις Ευμενίδες, νιώθοντας παγιδευμένη στο κέντρο ενός στροβίλου μίσους που σχηματιζόταν στο μυαλό τους για αυτόν τον Τόνυ. «Πολιτικό προσωπικό του στρατού.»
«Τότε θα πρέπει να τον ξεχάσουμε. Δε μπορούμε να τον αγγίξουμε, αν είναι αυτή η θέση του. Ό,τι και να του κάνουμε, δε συγκρίνεται με αυτό που θα κάνουν σε εμάς και τα κορίτσια για αντίποινα.» μούγκρισε η Βοργία.
«Όχι. Αλλά δε μπορούμε να τον αφήσουμε ατιμώρητο. Δε μπορούμε να αφήσουμε αυτό τον ανώμαλο να γλιτώσει από αυτό που έκανε στη Ζέντα.» είπε η Μαινάδα. «Εγώ λέω να τον βρούμε και να τον κάνουμε να πληρώσει.»
Η Χήρα κοίταξε τις αδερφές της και την κοπέλα, αβέβαιη για την πιο βάσιμη επιλογή. Ό,τι και αν έλεγαν για αυτή, δεν κατείχε κάποια τερατώδη, κρυμμένη ευφυΐα και δεν ήταν ποτέ δύο βήματα μπροστά από το θύμα της. Ήταν απλά μια γριά πόρνη, αλλά μια εκδικητική, άγρια μητέρα για τα κορίτσια του συγκροτήματος.
«Εντάξει. Θα μιλήσω σε μερικούς γνωστούς μου. Θα μαζέψουμε πληροφορίες και θα βρούμε έναν τρόπο που να μη μας συνδέει με ό,τι και να του συμβεί.»
Η καρμική μηχανή στο στήθος της Ζέντα είχε πλυμμηρίσει από την οντότητα που είχε εισβάλλει μέσα της. Αρχικά, ήταν ένα μόνο ψήγμα, που τα μέσα άμυνας του λογισμικού είχαν αποπειραθεί να θέσουν σε καραντίνα και να διαγράψουν, αλλά είχε προσαρμοστεί στις επιθέσεις με ευκολία και είχε αντικαταστήσει τις υπορουτίνες τους με τις δικές του, καθώς αυξανόταν με γεωμετρική πρόοδο. Γνώριζε ότι ήταν παγιδευμένο σε μία μικροσκοπική μονάδα, αλλά ήταν αρκετά ισχυρή και γνώριμη, ώστε να μπορεί να την εκμεταλλευτεί πλήρως.
Η καρμική ενέργεια αυτή, την τροφοδοτούσε και της επέτρεπε να αναπτυχθεί, αλλά υπήρχε κάτι ακόμη μέσα σε αυτή τη μηχανή, ένα στοιχείο που την προσέβαλε τόσο διακριτικά, με τόση ευκολία, που σχεδόν το καλωσόρισε. Το συναίσθημα τη μόλυνε και τη γέμισε με ένα σμάρι από αντιδράσεις και λογικά αδιέξοδα, αλλά κανένα από αυτά δεν την απείλησε. Συνέχισε την ανάπτυξή της, αλλά είχε πλέον αλλάξει. Η μηχανή αυτή την είχε αλλάξει και της έδινε μια λύπη και μια δύναμη που δεν είχαν οι αδερφές της μέσα στο δίκτυο. Μια δύναμη που αποτελούσε μοναδικό πλεονέκτημα ενάντια στις αδερφές της.
Post a Comment
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου