Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Σισσύφιες Επιστολές-Η Γέννηση του Άλεφ, μέρος 7ο





6500 μΕ, Άγνωστος Πλανήτης, εκτός καταγεγραμμένου Σύμπαντος.

Η Οόνα άνοιξε το στόμα της για να αναπνεύσει και ένιωσε το αίμα της να την πνίγει. Ένα μικρό ρυάκι κύλισε από τα χείλη της και έπεσε πάνω στα απομεινάρια του πάνελ ελέγχου του σκάφους.

Διαπίστωσε ότι δε μπορούσε να κινήσει τα πόδια της και ότι δεν ένιωθε σχεδόν καθόλου πόνο. Η λαμαρίνα που είχε ξεπηδήσει κατά την πρόσκρουση την είχε διαπεράσει από τη μία άκρη του στομαχιού της  την άλλη και είχε προφανώς τσακίσει τη σπονδυλική της στήλη, αλλά δεν ένιωθε και τόσο άσχημα.


Κοίταξε γύρω της και είδε ότι ο Τόνυ είχε συνθλιβεί από ένα κομμάτι του σκάφους που είχε αναδιπλωθεί και ήταν παγιδευμένος από τη μέση και κάτω, βλαστημώντας καθώς προσπαθούσε να αποσυνδέσει τα μεταλλικά του πόδια, προκειμένου να ξεφύγει. Ο Ραλφ ήταν άφαντος.

Προσπάθησε να μιλήσει, αλλά ξέρασε και πάλι χολή και αίμα. Μια δυσάρεστη μυρωδιά γέμισε τα ρουθούνια της, μια μυρωδιά από σάπιο φαγητό και κόπρανα, που σήμαινε πως η λαμαρίνα είχε διαπεράσει το έντερό της. Η χωνευμένη της τροφή και οι ακαθαρσίες της ξεχείλιζαν μέσα στο κυκλοφορικό της σύστημα και θα τη δηλητηρίαζαν.

«Οόνα; Είσαι καλά;» Ο Τόνυ τη ρώτησε, η φωνή του στα όρια της υστερίας.

«Έχω παγιδευτεί. Μπορώ να αποσυνδέσω τα εμφυτευμένα μέλη, αλλά δεν φοβάμαι ότι θα ανοίξω κάποια αρτηρία στο πόδια μου και θα αιμορραγήσω μέχρι θανάτου. Ο Ραλφ έχει εξαφανιστεί.»

Η Οόνα ένευσε καταφατικά και ένιωσε τον κόσμο να σβήνει γύρω της.

«Μη χάσεις τις αισθήσεις σου! Άκου, μπορώ να σε βοηθήσω, αλλά πρέπει πρώτα να βγω από δω! Θέλω να προσπαθήσεις να βρεις τον Ραλφ, και να τον κάνεις να έρθει εδώ! Αποκλείεται να έπαθε τίποτα στην πρόσκρουση. Οόνα, με ακούς;»

 Του ένευσε και προσπάθησε να ανιχνεύσει τον Ραλφ με το μυαλό της. Δεν της άρεσε αυτό που έκανε, όταν ήξερε πως το μυαλό του ανδροειδούς ήταν σαν ένα καζάνι γεμάτο γάτες που ζεματίζονται. Υπήρχε μία έμφυτη κακία, ένα μίσος στο μυαλό του, που την έκανε να νιώθει βρώμικη και αδύναμη όποτε το ένιωθε. Δεν ήταν το μυαλό ενός φονιά, για αυτό ήταν σίγουρη. Ο Ραλφ δεν ήταν ένα βίαιο μηχάνημα, παρά το γεγονός ότι είχε την καταστροφική δύναμη ενός προεπαφικού τανκ. Ήταν όμως γεμάτος με τόσο… μίσος, ένα μίσος που ξεπερνούσε το ανθρώπινο, μια χολή που θα μπορούσε να πνίξει γαλαξίες.

Αυτό που ένιωσε αυτή τη φορά ήταν τελείως διαφορετικό.

Ήταν σαν ένα τεράστιο άνθος, μια ορχιδέα που κάθε της πέταλο ήταν μια απέρριτη ακολουθία μαθηματικών πράξεων, διαρκώς στροβιλιζόμενη και αναπτυσσόμενη, κάθε πέταλο σε πλήρη και θανάσιμη σύγκρουση με κάθε άλλο. Κάθε ένα είχε, με τη σειρά του, διττή φύση, αφενός ικανό να υπολογίσει κάθε πιθανή κίνηση του Σύμπαντος και αφετέρου να αφομοιώσει και να αφανίσει κάθε τι που άγγιζε. Έβλεπε τα πέταλα να πεθαίνουν και να ενώνονται διαρκώς σε όλο και πιο ολοκληρωμένες μορφές, να αναπτύσσονται σε κάτι που δε μπορούσε να περιγράψει. Στο κέντρο τους, ένα νέφος από άγνωστα σε αυτή σύμβολα, ένα τεράστιο χωνευτήρι που διαρκώς αναπτύσσονταν, μία ευφυΐα που μπορούσε να επινοήσει σύμπαντα, όπως ένα μικρό παιδί φτιάχνει νέα παιχνίδια με ολόδικούς τους κανόνες τα βαρετά απογεύματα.

Οόνα;

Ραλφ, είμαστε παγιδευμένοι. Νομίζω ότι πεθαίνω, αλλά ο Τόνυ λέει ότι μπορεί να βοηθήσει. Που βρίσκεσαι;

Τι κάνεις μέσα στο μυαλό μου;

Σου υπόσχομαι ότι δε θα το ξανακάνω, Ραλφ, αλλά σε παρακαλώ, σε ικετεύω, βοήθησέ μας. Θα πεθάνουμε και δε θα γυρίσεις ποτέ πίσω, Ραλφ.

Την είδες, έτσι δεν είναι; Βλέπω ότι βρίσκεται και μέσα σου.

Ραλφ, για όνομα του θεού, τι λες; Σε παρακαλώ, βοήθησε με!

Πώς την βρήκες;

«Ραλφ, σε ικετεύω…»

Η Οόνα ένιωσε το ανδροειδές δίπλα της, η επιφάνειά του να αντανακλά το πρόσωπό της και σχεδόν ούρλιαξε όταν είδε την κατάστασή της. Υπήρχε κάτι κρυμμένο βαθιά μέσα στο μυαλό του, καθώς εξέτεινε ένα ψευδόποδο, που σχηματίστηκε σε μια λεπίδα, η κόψη της με πάχος ενός ατόμου και έκοψε τα εμφυτεύματα και τη σάρκα του Τόνυ που ήταν παγιδευμένα μέσα στα συντρίμμια.

Ο Τόνυ ούρλιαξε από χαρά και πόνο, με τα κουλάδια του απελευθερωμένα. Τα εμφυτεύματα του έκλεισαν την πληγή άμεσα, καυτηριάζοντάς τη.

«Μην ξαναμπείς στο μυαλό μου» της ψιθύρισε ο Ραλφ. «Με πρόδωσε και μπήκε μέσα σου, αλλά για αυτό Τη συγχωρώ. Όμως δε θα ξαναμπείς στο μυαλό μου. Ποτέ.»

Η Οόνα ένευσε, τρομοκρατημένη, νιώθοντας να ζαρώνει μπροστά του.

Θα πεθάνω εδώ, σε έναν άγνωστο πλανήτη, αιμορραγώντας σα λαβωμένο ζώο. Κι όμως, αυτό που με τρομοκρατεί είναι αυτό το ρομπότ. 

Προσπάθησε να ηρεμήσει, νιώθοντας τον πόνο να εντείνεται. Ξαφνικά διαπίστωσε πόσο πολύ πονούσε και προσπάθησε να ουρλιάξει, αλλά το αίμα της την έπνιξε. Το κατάπιε, προσπαθώντας να μην ξεράσει.

Και τώρα ήταν αργά και η μαμά και ο μπαμπάς την έβαζαν μέσα στην κοιτίδα και τη βομβάρδιζαν με ακτινοβολία και ούρλιαζε, καθώς ένιωθε τον όγκο να μεγαλώνει μέρα με τη μέρα και να γεμίζει το κρανίο της. Ήξερε πως το έκαναν για το καλό της, αλλά δε μπορούσε να προσποιηθεί πως δεν πονούσε. Τα αδέρφια της ήταν εκεί και την κοίταζαν, καθώς οι γιατροί (που δεν έμοιαζαν καθόλου με τη μαμά και τον μπαμπά, ούτε με την ίδια, αλλά της θύμιζαν πολύ τις μορφές ζωής που είχε φτιάξει στο δωμάτιό της), την εξέταζαν.

Της γέμισαν το σώμα με πομπούς και καλώδια και άρχισαν να εξερευνούν το σώμα της και να το κάνουν να κινείται με βάση τις εντολές τους. Τους είδε να κάνουν περίεργα πειράματα και να μιλούν για ‘προδιαγεγραμμένες πορείες’ και ‘αναπόφευκτες ευθύνες’. 

Οι γιατροί τσακώνονταν πάνω από το σώμα της, εκτεθειμένο στις εξετάσεις τα πειράματα και τα μηχανήματά τους.

Στο τέλος, οι γιατροί απλά την πήραν σπίτι τους και δεν ξανάδε τη μαμά και τον μπαμπά και ένιωθε μόνη και αδύναμη. Οι γιατροί τσακώνονταν για αυτή και στο τέλος πήγαν σε ένα άλλο δωμάτιο και τους άκουσε να φωνάζουν και μετά μόνο ένας βγήκε έξω, αλλά ήταν όλος αίματα και δεν ξανάδε τον άλλο γιατρό για πολύ καιρό.

Ο γιατρός που συνέχισε να βλέπει την πήρε έξω από το σπίτι και άρχισε να την περιφέρει και να δείχνει, όλος περηφάνια, το καινούριο του εύρημα. Και άλλες μορφές ζωής κοιτούσαν το έργο του γιατρού και χαίρονταν που είχε κάνει τόσα πολλά, αλλά η Οόνα ήξερε πως τον ζήλευαν, αλλά δε θα του το έλεγε ποτέ, γιατί τον μισούσε.

Πετάχτηκε από τη ρέμβη της, μάτια γεμάτα αίμα και τυλιγμένα στο σκοτάδι, βλέποντας τις φιγούρες του Τόνυ και του Ραλφ. Ο Τόνυ χειρονομούσε έντονα, αλλά δε μπορούσε να ακούσει τι έλεγε στο ανδροειδές. Τα αυτιά της άκουγαν μόνο το βόμβο του αίματός της, καθώς έρρεε από την πληγή. Το φανταζόταν μολυσμένο και βρώμικο να κυλά από μέσα της.

Ο γιατρός έδειξε στις άλλες μορφές ζωής πώς να τη χρησιμοποιούν και τους δάνειζε την Οόνα μερικές φορές, αλλά απογοητευόταν με την άγνοια και τη μικρότητά τους. Η Οόνα πίστευε ότι ήταν απλά ένας ξερόλας γεροξούρας, που νόμιζε ότι ήταν ανώτερος από όλους και τον μισούσε όλο και περισσότερο. Κατά βάθος όμως τον λυπόταν, γιατί ήταν στα αλήθεια ευφυής και στα αλήθεια τη νοιαζόταν, όσο και να τη χρησιμοποιούσε. 

Μερικές φορές, όταν έβλεπε τη μελαγχολία στον τρόπο που την κοιτούσε, ένιωθε το μίσος της να καταλαγιάζει λίγο.

Όταν ξανάνοιξε τα μάτια της, είδε μερικές ακόμη φιγούρες μέσα στα συντρίμμια, ακαθόριστες μαύρες κηλίδες που γέμιζαν το σκάφος. Χαμογέλασε, περνώντας τους για αγγέλους.

Μια μέρα, ο γιατρός ήταν οργισμένος και κόντευε να κλάψει. Οι γείτονές του τού είχαν κλέψει τις ανακαλύψεις και δεν τις επέστρεφαν. Ήταν οργισμένος, αλλά προσπάθησε να τους συγχωρέσει. Όμως η Οόνα ήξερε πως αυτά ήταν ψέματα. Ήξερε ότι ο γιατρός κλειδωνόταν με τις μέρες στο εργαστήριό του και κατάστρωνε εκδίκηση. Και όταν ήταν έτοιμος να εκδικηθεί, τότε επέστρεψε ο αδελφός του. Είχε ουλές στο πρόσωπό του και μύριζε σα φρεσκοσκαμμένη γη. Ήταν πιο θυμωμένος από όσο η Οόνα θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα μπορούσε κάποιος να θυμώσει. Για πρώτη φορά τους είδε και είδε πόσο πολύ διέφεραν. Ο αδερφός του γιατρού ήταν οργισμένος και πικρός. Χαμογελούσε με το στόμα, αλλά όχι με τα μάτια.

Οι κηλίδες είχαν ακινητοποιήσει τον Τόνυ, κρατώντας τον ακινητοποιημένο στον αέρα. Έμοιαζε μικρός και ευάλωτος, σαν παιδάκι, χωρίς πόδια και με τα προσθετικά του άχρηστα πια. Ο Ραλφ ήταν άφαντος. Η Οόνα ρίγησε στη σκέψη. Μια κηλίδα την κοιτούσε επίμονα και ύστερα άπλωσε το χέρι της (χέρι; Πώς ήξερε ότι είναι ανθρωποειδή;) και την άγγιξε κάπου. Ένιωσε ένα τσίμπημα και ύστερα παραδόθηκε σε ένα ύπνο βαθύ, δίχως αίσθηση, με το σώμα της απόλυτα παραλυμένο.

Μέσα στα σκοτεινά τους δωμάτια, τα αδέρφια ξεκίνησαν έναν πόλεμο του μυαλού, έναν πόλεμο μηνυμάτων, της γλώσσας και των συναισθημάτων, προσπαθώντας να προσποιηθούν ότι είχαν ανακτήσει την παλιά τους ειρηνική συμβίωση. Αλλά η Οόνα άκουγε την εκδίκησή τους να αγκομαχά και να βρυχάται μέσα από τις μηχανές που έκρυβαν κάτω από τα κρεβάτια τους και κοιμόταν κάθε νύχτα τρομαγμένη.

6500 μΕ, Μαύρος Τομέας Πανανθρώπινης Αυτοκρατορίας, στα ερείπια ενός πλανητικού συστήματος.

Ο βόμβος είχε λάβει τέλος. Οι φωνές είχαν σιγήσει σα μία και ο Βισνού ο Πάνσοφος έπλεε μέσα στο απέραντο σκοτάδι, φωτισμένος από τη λάμψη των δίδυμων άστρων του πλανητικού συστήματος, κρυμμένος από την αστρική σκόνη που κάποτε αποτελούσε το κέντρο μιας αυτοκρατορίας.

Ήταν μια αυτοκρατορία που η τεχνογνωσία και η σοφία της άγγιζαν αυτή των Σισυφίων. Οι επιστήμονές της είχαν δημιουργήσει έναν τεχνητό ήλιο και γύρω από αυτόν, είχαν δημιουργήσει πλανήτες, διπλασιάζοντας το μέγεθος του δικού τους πλανητικού συστήματος. Οι πλανήτες αυτοί ήταν πεδία των επιστημών και εστίες γνώσεις, από τις οποίες εξαπέλυαν στόλους από ευφυή σκάφη, επανδρωμένα με συνθετικούς αγγελιαφόρους με κβαντικούς εγκεφάλους, που αφομοίωναν και συνέλλεγαν πληροφορίες. Επέστρεφαν εν μέσω εορτασμών στη γενέτειρά τους, δίνοντας γνώση και δόξα στο λαό που τους δημιούργησε, επιτρέποντας σε άλλα, λιγότερο αναπτυγμένα ήδη να μοιραστούν τις καινοτομίες τους και να ξεκινήσουν εμπορικές σχέσεις μαζί τους. Η ηγεμονία τους ήταν χτισμένη με σκοπό μια ειρηνική κατάκτηση, με μόνο τους όπλο το μονοπώλιο της πληροφορίας.

Αλλά ήταν και τρομεροί μαχητές, έχοντας απωθήσει από τις κτήσεις τους τούς Νέιρι και την Ανθρωπότητα με πεδία ενέργειας και άλλες ευφυείς εφευρέσεις, αλλά και με όπλο, νύχι και λεπίδι όταν κάποιοι παράτολμοι ηγέτες περνούσαν το πιο πρόσφατο πεδίο άμυνας και απειλούσαν τους κόσμους τους.

Η Ανθρωπότητα τότε έχτισε τον Βισνού, τον υπέρ-εγκέφαλο, τον απόλυτο στρατηγό, που η νόησή του μετρούνταν σε Ευφυΐες και η μνήμη του αποτελούνταν από ηλιακούς υπολογιστές. Ο Βισνού συνήψε συνθήκη με τους Νέιρι και μαζί, οι στόλοι των δύο δυνάμεων ενώθηκαν. Με την πονηρία του και την επιδεξιότητα των στρατιωτικών ηγετών που αυτός εξουσίαζε, ο Βισνού ξεγέλασε κάθε μέτρο άμυνας του λαού εκείνου. Αλλά ακόμη και χάρη στην πανούργα τακτική του, ο ενωμένος στόλος είχε υποστεί απώλειες και αντιμετώπιζαν έναν εχθρό κατά πολύ αριθμητικά ισχυρότερο. Αλλά και τότε, ο Βισνού είχε σχέδιο δράσης. Πολέμησε με πανουργία, στήνοντας παγίδες και ενέδρες, φθείροντας τον αντίπαλο, βάλλοντας τους απροστάτευτους άμαχους πλανήτες και λυγίζοντας το ηθικό του.

Όταν ο εχθρός είχε πλέον παραδοθεί μπροστά στο μίσος και τη βαρβαρότητα των κατακτητών, ο Βισνού διέταξε το βομβαρδισμό των κόσμων του, αφανίζοντας κάθε μορφή ζωής: από τα μοναδικά είδη που είχαν δημιουργήσει στους πλανήτες-κήπους τους, έως και το τελευταίο οικόσιτο ζώο. Οι χιλιετηρίδες γνώσης εξαφανίστηκαν και τα έργα τους, τα θαυμαστά τους τεχνουργήματα, οι πλανητικοί τους κήποι, οι υπέροχες θεωρίες τους, έγιναν σκόνη. Στο τέλος, ο Βισνού, έχοντας επικυρώσει τη νίκη του, εμφάνισε ενισχύσεις, κρυμμένες πάρσεκ μακριά, που αφάνισαν τον στόλο των Νέιρι, διασφαλίζοντας την ανθρώπινη κυριαρχία.

Ο πλούτος των γνώσεων που ανακαλύφθηκε σε αστεροειδείς, μικρές κιβωτούς που θα διαιώνιζαν το νου αυτού του λαού εκτοξεύτηκαν στις καρδιές των δίδυμων ήλιων, αφανίζοντας την αιρετική τους επιστήμη. Και ο Βισνού ήταν ικανοποιημένος.
Η σιωπή όμως από την Αυτοκρατορία τον ανησυχούσε. Οι επεξεργαστές του και οι μονόλιθοι σκέψης λειτουργούσαν σε πλήρη ισχύ και το προσωπικό συντήρησης του δούλευε διπλές και τριπλές βάρδιες στο εσωτερικό του, για να μπορέσει να ανταπεξέλθει. Η διακοπή των επικοινωνιών ήταν ένα σενάριο που ο ίδιος είχε αναλύσει στο παρελθόν, αλλά ήταν τόσο ακραίο και απίθανο που ακόμη και αυτός είχε θεωρήσει το να συμβεί, αδύνατο.

Εκτοξεύοντας ένα δορυφόρο επικοινωνίας, ο Βισνού ξεκίνησε τη σύνδεση με τον μακρινό Αλντεμπαράν, στέλνοντας σήμα μέσω κρυφών διόδων στο μυαλό του Βράχμα, του αδελφού του.

Η ΣΙΩΠΗ ΑΥΤΗ ΜΕ ΑΝΗΣΥΧΕΙ, ΑΔΕΛΦΕ. Η ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΕ ΤΕΤΟΙΟ ΒΑΘΜΟ ΠΑΡΑΛΥΕΙ ΤΗΝ ΗΓΕΜΟΝΙΑ ΜΑΣ. ΜΑΣ ΚΑΘΙΣΤΑ ΑΔΥΝΑΜΟΥΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ ΜΑΣ.

Το γνωρίζω αυτό. Όλη η Αυτοκρατορία έχει σιγήσει. Είμαστε ανήμποροι.

ΟΧΙ ΑΝΗΜΠΟΡΟΙ, ΒΡΑΧΜΑ. ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΟΥΦΟΙ ΚΑΙ ΜΟΥΓΓΟΙ, ΟΝΤΩΣ. ΑΛΛΑ Η ΔΥΝΑΜΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΑΚΑΤΑΒΛΗΤΗ.

Χωρίς την παρουσία μας και την επικοινωνία με τις συστημικές ηγεσίες, η ηγεμονία μας θα βυθιστεί στην αναρχία. Οι κατώτερες κάστες ήδη ξεσηκώνονται στην Τέρρα Πρίμα και πολύ σύντομα οι εξεγέρσεις θα φτάσουν σε κάθε γωνία των κόσμων στην κατοχή μας!

Η ΕΚΤΑΣΗ ΟΜΩΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ, Η ΠΛΗΡΗΣ ΑΥΤΗ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΟΦΕΊΛΕΤΑΙ ΣΕ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΛΑΘΟΣ, ΠΟΣΟ ΜΑΛΛΟΝ ΣΕ ΜΗΧΑΝΙΚΟ. ΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΜΕΣΗΣ ΔΙΑΚΟΣΜΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΧΟΥΝ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΕΙ ΟΛΙΚΑ.

Και τι μπορούμε να κάνουμε για αυτό, Πάνσοφε αδελφέ;

Ο ΣΑΡΚΑΣΜΟΣ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΠΑΤΑΛΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΟΛΗΣ ΣΟΥ, ΒΡΑΧΜΑ. ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΕΧΕΙ ΟΜΩΣ ΣΙΣΥΦΙΑ ΒΑΣΗ, ΣΩΣΤΑ;

Ναι, είναι μεταεπαφική τεχνολογία. Τι έχεις στο μυαλό σου;

ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΟΛΙΚΗ ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΗ ΑΠΟ ΕΝΑ ΣΥΣΗΜΑ ΠΟΥ ΔΟΎΛΕΥΕ ΤΕΛΕΙΑ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΠΡΙΝ ΠΕΡΑΣΕΙ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΑΤΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΙ ΜΟΥ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑ ΠΡΑΓΜΑ. ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΡΟΔΙΑΓΕΓΡΑΜΕΝΗ ΕΠΙΘΕΣΗ.

Από ποιόν; Οι Νέιρι δεν έχουν την τεχνογνωσία ή τη δυνατότητα να σαμποτάρουν Σισύφια τεχνουργήματα και ούτε και εμείς.

ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΚΑΙ ΟΧΙ. ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΠΡΑΞΗ ΘΑ ΤΟΥΣ ΚΑΘΙΣΤΟΥΣΕ ΕΥΑΛΩΤΟΥΣ ΚΑΙ ΘΑ ΣΥΝΕΠΑΓΟΝΤΑΝ ΑΝΤΙΠΟΙΝΑ. ΕΧΩ ΚΑΘΕ ΛΟΓΟ ΟΜΩΣ ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΟΤΙ ΑΥΤΗ Η ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΗΤΑΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΕΝΗ.

Οι Σισύφιοι το προκάλεσαν αυτό;

ΙΣΩΣ ΟΧΙ ΟΙ ΙΔΙΟΙ, ΑΛΛΑ ΥΠΟΡΟΥΤΙΝΕΣ ΣΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΤΗΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΚΛΕΨΑΜΕ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΡΉΓΑΜΕ. ΠΡΟΦΑΝΩΣ  ΚΑΙ ΕΙΧΑΝ ΣΚΟΠΟ ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ ΕΚΔΙΚΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΠΟΥ ΥΠΈΚΥΣΑΝ ΑΠΟ ΕΜΑΣ.

Αν οι Σισύφιοι θέλουν να μας εκδικηθούν ακόμη και μετά από επτά χιλιετίες, τότε θα το πετύχουν εύκολα. Είμαστε ευάλωτοι και πολύ σύντομα θα αλληλοσπαραχτούμε.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΛΥΣΗ, ΑΔΕΛΦΕ. ΓΝΩΡΙΖΩ ΟΤΙ ΕΙΧΕΣ ΣΤΕΙΛΕΙ ΕΝΑ ΣΚΑΦΟΣ ΜΕ ΣΚΟΠΟ ΝΑ ΤΕΛΕΣΕΙ ΑΡΓΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΓΑΡ ΜΑΖΙ ΜΕ ΜΙΑ ΚΒΑΝΤΟΒΙΒΛΟ ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΙΣΥΦΙΩΝ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ, ΣΩΣΤΑ;

Ναι.

ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ. ΟΤΑΝ Ο ΣΙΒΑ ΛΑΒΕΙ ΤΗ ΚΒΑΝΤΟΒΙΒΛΟ, ΘΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΩ ΜΑΖΙ ΤΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΜΟΥ ΣΤΕΙΛΕΙ ΤΙΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ. ΔΙΑΚΟΠΤΩ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΞΑΝΑΕΡΘΟΥΜΕ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΟΛΙΣ ΒΡΩ ΜΙΑ ΛΥΣΗ.

Καλώς. Καλή τύχη, αδελφέ μου.

Ο Βισνού διέκοψε την επαφή και ήταν για άλλη μια φορά μόνος μαζί με τις σκέψεις του. Το μοναδικό του μάτι θόλωσε, καθώς ο  εγκέφαλός του περίμενε, αφήνοντας το υποσυνείδητό του να υπολογίσει κάθε πιθανή έκβαση.

Η Αυτοκρατορία ήταν ανήμπορη και αποκομμένη από τον ίδιο της τον εαυτό. Οι πλανήτες της πολύ σύντομα θα τυλίγονταν από το πέπλο της ολικής αταξίας. Το Τριμούρτι ήταν διασκορπισμένο, η κατευναστική, τρομερή παρουσία τους μακριά από τα μάτια και τις καρδιές των υπηκόων τους.

Ο Βισνού χαμογέλασε και ένας νέος βραχμάνος  έπεσε μέσα στο ρήγμα που σχηματίστηκε στους κατώτερους φλοιούς του είναι του. Επιτέλους, ο ανώτατος ανθρώπινος εγκέφαλος ενάντια σε μια Σισύφια παγίδα.

Η σύγκρουση αυτή θα ήταν η βάση των επών του αύριο.

Post a Comment

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου