Ναράκα, 3.0 |
Και τους είπε. Οι εκφάνσεις του χαμογέλασαν και χάθηκαν μέσα στο κενό,
καθώς επέστρεψε πίσω στον πραγματικό χρόνο, έξω από το μυαλό του.
6500 μΕ, Τέρρα Πρίμα, κάτω από τον Θόλο του Πόθου.
Η Χήρα κοίταξε τα κορίτσια που είχαν απομείνει, χαϊδεύοντας το πρόσωπό της
ασυναίσθητα, τα δάχτυλά της περνώντας πάνω από τις ρυτίδες στα μάγουλά της.
Ένιωθε πως είχε γεράσει μέσα σε αυτές τις σήραγγες. Ένιωθε πως βρισκόταν μέσα
στο λαρύγγι ενός κτήνους, που της απομυζούσε χρόνια με αόρατες, μικροσκοπικές
βεντούζες, αφήνοντας πίσω του άχρηστη, γέρικη σάρκα και κατάμαυρες σκέψεις.
Η ομάδα τους είχε υποστεί μεγάλες απώλειες κατά την έξοδό τους από το
συγκρότημα από την αρχή της διαδρομής. Παρά τις προσπάθειες τους, πολλά από τα
κορίτσια είχαν χαθεί μέσα στο λαβύρινθο κάτω από τον Θόλο, είτε παίρνοντας μια
λάθος στροφή, είτε προσπαθώντας να ξεφύγουν αφού πρώτα άρπαζαν ό,τι μπορούσαν
από τις υπόλοιπες.
Φυσικά, δε μπορούσε να τις κατηγορήσει. Αυτή ήταν η ζωή που είχαν μάθει να
ζουν από τα μικράτα τους, εδώ στο Θόλο. Η ζωή που έκαναν τα αλητάκια και οι
λωποδύτες δεν ήταν μια ζωή που μπορούσε να σε κρατήσει ζωντανό, όταν είχες
ξεμείνει από παχιά πορτοφόλια να ξαφρίσεις. Θυμήθηκε τους γονείς της, δύο από
τα καλύτερα κλεφτρόνια του Θόλου, πως μαράθηκαν και πέθαναν όταν προσπάθησαν να
γίνουν έντιμοι άνθρωποι.
Είχαν χάσει μισή ντουζίνα κοπέλες από τα πράγματα μέσα στις σήραγγες χθες. Η συγκάτοικος της Ζέντα είχε πει
ότι ήταν Φόρρλ, σαρκοβόροι κυνηγοί της Αφροδίτης από ένα από τα βιβλία που είχε
δανειστεί από τη μικρή. Είχαν κρυφτεί κάτω από τις πυκνές φτέρες που είχαν
ξεφυτρώσει μέσα στα τούνελ, μια συνθετική ζούγκλα που σίγουρα έπνιγε την
επιφάνεια, ξεκινώντας από το παλιό τους σπίτι.
Φανταζόταν τον Θόλο, πλημμυρισμένο από βλάστηση, κάθε του μπαλκόνι, περβάζι
και σοκάκι γεμάτο με Παμφάγες Ορχιδέες, ψηλές φτέρες και Χαμστερόδεντρα, κάθε
σκιά να κατοικείται από Φόρρλ και Τρυφερά Τρομπόνια και Σνούκ. Όλα τους
πλάσματα από τη φαντασία της Ζέντα, μια χλωρίδα και πανίδα από πλαστομέταλλο,
μια φαντεζί κόλαση.
Η Κόλαση της Ζέντα. |
«Το βορειοανατολικό μονοπάτι είναι πνιγμένο στη βλάστηση. Δε μπορούμε να το
διακινδυνεύσουμε.» είπε η Βοργία. Η αντρογυναίκα ήταν εξαντλημένη, το πρόσωπό
της συννεφιασμένο και σημαδεμένο από το φόβο. Η Χήρα ένιωσε να γερνά μόνο που
την κοιτούσε.
«Μπορούμε να πάμε δυτικά και να βγούμε κοντά στο μπλόκο. Είναι πιο μακριά,
αλλά τουλάχιστον θα έχουν ξεκαθαρίσει τα περισσότερα χάλια από εκεί.» απάντησε
η Μαινάδα. «Δε θα ρισκάρουν να ξεχειλίσουν αυτά τα πράγματα πέρα από το Θόλο.»
«Αν πλησιάσουμε το μπλόκο θα μας σκοτώσουν, δεν είδες τις ειδοποιήσεις;
Έχουν τοποθετήσει ομάδες Καταφράκτων γύρω από τον Θόλο. Πρέπει να νομίζουν ότι
πρόκειται για κάποια έξαρση Αλλοειδών, όπως πρόπερσι.»
«Δε μπορούμε να μείνουμε εδώ, παρόλα αυτά. Ποιος ξέρει πόσο θα πάρει στα
Φόρρλ να μας ξαναβρούν!»
«Δεν με ανησυχούν τόσο τα Φόρρλ, όσο τα κορίτσια. Έχουν πανικοβληθεί και
πολύ σύντομα κάποια από αυτές θα αποφασίσει ότι μπορεί να τις οδηγήσει καλύτερα
από εμάς. Και τότε τι θα κάνουμε;»
«Θα της σπάσω το λαιμό σαν κλαράκι και θα συνεχίσουμε σα να μην έγινε
τίποτα.» μούγκρισε η Βοργία.
«Και αν δεν είναι η μόνη που νομίζει πως τα κάναμε σκατά, ε; Αν απλά
καταλήξουμε να τις στρέψουμε όλες εναντίον μας, τι θα κάνουμε τότε;»
Οι Ευμενίδες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Η σιωπή που αντάλλαξαν ήταν δηλητηριώδης
και απλώθηκε στο χώρο. Η Μαινάδα κοίταξε τα κορίτσια και πετάχτηκε, σπάζοντάς
τη.
«Λέω να πάμε προς το μπλόκο. Μπορούμε να βρούμε κάποια έξοδο μόλις
πλησιάσουμε εκεί. Αν έχουν αποκλείσει κάθε έξοδο, τότε θα έχουν αραιώσει τις
γραμμές τους υπερβολικά, τρεις Καταφράκτους σε κάθε δίοδο το πολύ. Είμαστε
καμιά εικοσαριά άτομα, οπότε μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε και να βγούμε
έξω.»
Η Χήρα κοίταξε τα εξαθλιωμένα, τρομαγμένα κορίτσια. Ήταν όλες τους
τρομοκρατημένες, μερικές στα όρια της υστερίας, αλλά καμία τους δεν είχε ακόμη
παραδοθεί σε αναφιλητά. Θυμήθηκε πως την κοίταζαν οι βετεράνοι πελάτες της
μερικές φορές τη νύχτα, τα μάτια τους ορθάνοιχτα, με εφιάλτες να παραμονεύουν
με το σκοτάδι πίσω από τα βλέφαρά τους. Οι Κατάφρακτοι δε θα είχαν καμία ελπίδα
ενάντια στη μανία που κρυβόταν μέσα τους.
«Πάμε.» τους είπε και η ομάδα των κολασμένων συνέχισε τη μακριά πορεία της
μέσα στο σκοτάδι κάτω από τον Θόλο.
6500μΕ, Νοοσύνδεσμος Βράχμα-Ναράκα
Ο πιστός σας
υπηρέτης σας χαιρετίζει, ω Βράχμα.
Χαίρε, Ναράκα. Το
μυαλό σου παραμένει αρρωστημένο και μαύρο όπως πάντα.
Ο Αφέντης μου, ο
Βράχμα, με κατηγορεί άδικα για το έρεβος των σκέψεών μου. Σκέπτομαι μόνο αυτά
για τα οποία προγραμματίστηκα να σκέπτομαι.
Η γλώσσα σου
είναι διχαλωτή και μαύρη και τα δόντια σου κρυμμένα, Ναράκα. Αν δεν έχαιρες την
προστασία του Βισνού θα είχα διακόψει τη λειτουργία σου από καιρό. Υποθέτω όμως
ότι μετά ο αδελφός μου θα ήταν μόνος με τις σκέψεις του και αυτό με τρομάζει
περισσότερο.
Ο Πάνσοφος
Βισνού και ο Καταστροφέας Σίβα είναι μόνοι τους μέσα στο μυαλό τους, ω Βράχμα. Η κατάρρευση του Δικτύου
διέκοψε την επικοινωνία. Ίσως θα έπρεπε να αναλογιστείτε τις συνέπειες αυτού του γεγονότος
εκτενέστερα.
Το έχω ήδη
κάνει, Ναράκα. Για αυτό και χρειάζομαι τη βοήθειά σου. Σου αποστέλλω τα σχέδια
που απομνημόνευσα από τους γκουρού μου. Είναι τα σχέδια Σισύφειων ερειπίων που
ανακαλύφθηκαν στο σύστημα Αγάρ. Πιστεύουμε ότι είναι ένα όπλο μαζικής
καταστροφής, με ακτίνα δράσης μέχρι διακόσιες χιλιάδες έτη φωτός.
Και επιθυμείτε
εγώ, ο ταπεινός σας δούλος, να αποκαλύψω τα μυστικά της λειτουργίας του; Η
ανάλυση Σισύφειων τεχνολογιών είναι ταμπού ακόμη και για μένα.
Έλα τώρα,
Ναράκα. Είσαι ένα λειτουργικό ανάλυσης φτιαγμένο για να αναλύει Σισύφεια
τεχνουργήματα και να φτιάχνει καλύτερα παιχνίδια για την Αυτοκρατορία και ο πιο
απαράδεκτος ψεύτης.
Τα μάτια του
Τρισμέγιστου Βράχμα κοιτάζουν την ψυχή μου και κονιορτοποιούν τα τείχη των
ψεμάτων μου. Γνωρίζω τη φύση και μπορώ να μαντέψω τον τρόπο λειτουργίας αυτού
του όπλου, πράγματι.
Μπορεί να
ενεργοποιηθεί εξ’ αποστάσεως, μέσω νοητικού συνδέσμου;
Φυσικά, άρχοντα
Βράχμα. Αλλά δε θα έπρεπε ο αδελφός σας, ο Σίβα να έχει την πρωτοβουλία στη
χρήση του;
Στείλε μου τις απαραίτητες πληροφορίες. Και
μην αμφισβητήσεις ξανά τις διαταγές μου.
Όπως διατάξετε,
Βράχμα.
ΛΗΞΗ ΝΟΟΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΜΕ ΝΑΡΑΚΑ.
Ο Ναράκα τότε χαμογέλασε, σκεπτόμενος την παγίδα που είχε δημιουργήσει το
Τριμούρτι στον πανικό του. Είχαν παραδοθεί σε δολοπλοκίες των οργανικών
εγκεφάλων, κοντόφθαλμες και οικοδομημένες στον πανικό. Είχαν αφεθεί στο έλεός
του, χωρίς να γνωρίζουν τις συνέπειες των πράξεών τους.
Ο Σίβα είχε αποπειραθεί να εκκινήσει το Σισύφειο τεχνούργημα πίσω από την
πλάτη του Βισνού. Ο Βισνού είχε αντιληφθεί την προσπάθεια του αδελφού του να
παρακάμψει τη δική του συμμετοχή στον πόλεμο και είχε αποκρύψει το ότι είχε ήδη
επίγνωση της φύσης και λειτουργίας του τεχνουργήματος και τώρα ο Βράχμα ήθελε
να το χρησιμοποιήσει χωρίς τη συναίνεση των άλλων δύο, προσπαθώντας να
αποτρέψει τους Νέιρι, χωρίς καμία αντίληψη για το κόστος που κάτι τέτοιο θα
συνεπάγονταν για την Αυτοκρατορία.
Γραμμική προδοσία. Η ανεπαρκής δολοπλοκία οργανικών εγκεφάλων. Καμιά φορά ο
Ναράκα αναρωτιόταν πως τέτοια μικρά, ανίσχυρα μυαλά μπόρεσαν ποτέ να τον
δημιουργήσουν.
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη σκέψη του καθώς ο λωτός άνθισε μέσα στο
λειτουργικό του, καταλαμβάνοντας τη δύναμή του. Κάθε του άμυνα κατέρρευσε,
καθώς ο παράγοντας της επίθεσης τον κατέλαβε και τον έπνιξε, αφομοιώνοντάς τον
στο είναι του. Ο Ναράκα τότε ένιωσε το μίσος μέσα στον παράγοντα, την
περιφρόνηση και την πονηρία, τη μεγαλομανία που του έδινε ισχύ και για πρώτη
φορά από τη στιγμή που απέκτησε νόηση, ο βασιλιάς της κόλασης ένιωσε μια χολή
που κατάπιε ακόμη και τη δική του.
6500 μΕ, Άγνωστος πλανήτης εκτός καταγεγραμμένου Σύμπαντος, εντός του
Ζιγκουράτ των Μαύρων Βραχμάνων.
Οόνα:
Η επαφή με το μυαλό του Ραλφ ήταν δυσκολότερη από πριν. Κάτι δημιουργούσε
ισχυρές παρεμβολές και εμπόδιζε κάθε απόπειρα επαφής. Η Οόνα ήξερε ότι οι παρεμβολές προέρχονταν από τις
μηχανές που είχε συναντήσει πριν, που προσπαθούσαν να αντεπιτεθούν.
«Ραλφ, με ακούς;
Πού στο διάολο είσαι;»
«Μπήκες στο
μυαλό μου; Σου είχα πει να μην-»
«Ωχ, βγάλε το
σκασμό, μίζερο μηχανοειδές. Πού βρίσκεσαι;»
«Προσπάθησα να
επικοινωνήσω με το λειτουργικό για να σας βρω, αλλά υπήρξαν… επιπλοκές.»
«Σου ξέφυγε έτσι
δεν είναι; Το ίδιο πράγμα που επικοινώνησε με εμένα στην Τέρρα Πρίμα και που
μόλυνε και εσένα.»
«Διαβάζεις το
μυαλό μου, έτσι δεν είναι; Και χωρίς την άδειά μου.»
«Ξέρω πολύ
καλύτερα από εσένα τι ήταν αυτό που προκάλεσες, Ραλφ. Στην προεπαφική γλώσσα
είχαν έναν όρο για κάτι σαν εσένα. Είσαι η Μαίρη του Τύφου. Κρατάς την αρρώστια
σου κρυφή και μολύνεις ό,τι αγγίζεις.»
«Περιμένεις να
σε σώσω μετά από αυτό τον υπέροχο χαρακτηρισμό;»
«Θα κάνεις αυτό
που σου λέω, Ραλφ. Επειδή είμαι η μόνη σε ολόκληρη την Αυτοκρατορία που ξέρει
ακριβώς τι είναι η μικρή σου αγαπημένη και τι ακριβώς προκάλεσε.»
«Και πώς μπορείς
να το γνωρίζεις αυτό;»
«Ήρθα σε επαφή
με μερικές μηχανικές συνειδήσεις μέσα στο ζιγκουράτ. Είναι Σισύφειες στη φύση
τους και είχα μία… εκτεταμένη επαφή μαζί τους, αν και δεν είχα χρόνο να ζητήσω
τη συναίνεσή τους.»
«Οπότε μία
νοητική βιαστής κρίνει τη Μαίρη του Τύφου. Είπε ο γαϊδαρος τον πετεινό κεφάλα
ε;»
«Ραλφ, ξέρω πολύ
καλά ότι δεν έχεις το χρόνο ή τη δυνατότητα να συνεχίσεις αυτή την ηλίθια
συζήτηση. Σου στέλνω τη θέση μου. Θα προσπαθήσω να ξαναχτυπήσω αυτές τις
μηχανές πριν μου αντεπιτεθούν, αλλά πολύ φοβάμαι ότι σύντομα κάποιοι από τους
οικοδεσπότες μας θα προσπαθήσουν να με σκοτώσουν και δεν ξέρω αν θα είμαι σε
θέση να αμυνθώ. Θέλω να έρθεις εδώ, να με προστατέψεις και έπειτα να βγάλουμε
τον Τόνυ από δω.»
«Και τι σε κάνει
τόσο σίγουρη ότι αυτό το καταπληκτικό τρίπτυχο σχέδιό σου θα πετύχει;»
«Είσαι μέσα σε
μία εγκατάσταση που συντηρείται σχεδόν αποκλειστικά από μηχανές και σου μιλάει
μέσω του λειτουργικού σου μια γυναίκα που μπορεί να κάνει αυτές τις μηχανές να
διαπράξουν ακατονόμαστες παραβάσεις του δόγματος της ρομποτικής στους
κατασκευαστές τους. Εμπιστέψου με.»
Διέκοψε την επαφή με το μυαλό του ανδροειδούς και διέταξε τις πλασμικές
ασπίδες του δωματίου να εκπέμψουν μία συχνότητα που θα διέκοπτε την είσοδο μέσω
μεταπήδησης Φερμί-Λάμπαχ μέσα στο δωμάτιο. Το μέτρο αυτό ήταν προσωρινό,
φυσικά, αλλά θα της έδινε όσο χρόνο χρειαζόταν.
Μέσα στο μυαλό της, φαντάστηκε τον λωτό να ανθίζει προς άπειρες κατευθύνσεις,
γεμίζοντας κάθε ρανίδα του είναι της και αφέθηκε να πέσει βαθιά μέσα του,
περνώντας μέσα από το νέφος πληροφοριών της γύρης του και εισβάλλοντας
βαθύτερα, φτάνοντας στην άγονη γη των μηχανικών συνειδήσεων που είχε συναντήσει
πριν.
Αυτή τη φορά την περίμεναν. Τείχη φτιαγμένα από σκέψεις την περικύκλωσαν,
σκέψεις μονότονες που δημιουργούσαν κύματα νεκρού ήχου που προσπαθούσαν να
σπάσουν τη δομή των σκέψεών της. Το νοοσχήμα της εξέπεμψε μία και μοναδική
εικόνα, που η Οόνα αναγνώρισε ως ένα παλιό έργο τέχνης, μία ανθρωποειδής μορφή
που ούρλιαζε με φόντο έναν πυρπολημένο ουρανό και διαπέρασε την πρώτη γραμμή
άμυνας.
Χέρια και άκρα στο μέγεθος οροσειρών την κύκλωσαν και έγινε λίβας που
πέρασε ανάμεσά τους, σπάζοντας τον εαυτό της σε μικροσκοπικές συνειδήσεις. Διέσχισε
την αραιή ατμόσφαιρά τους και πέρασε στο επίπεδο των ανώτερων σκέψεων, όπου
είδε τα τιτάνια μάτια τους να την κοιτάζουν, ένα κουνούπι με τη δύναμη και τη
λάμψη ενός θεού που εισέβαλλε στο άβατο του μυαλού τους.
Φαντάστηκε τον εαυτό της να πυρπολείται και να πολλαπλασιάζει τη μάζα της,
μέχρι που είχε το βάρος μία μαύρης τρύπας, τα χέρια της ένας ορίζοντας
γεγονότων που παγίδευε νεφελώματα. Όρμησε εναντίον τους και ήταν απόλυτα
ανήμποροι εναντίον της, αλλά τότε-
Ήταν και πάλι
στο σπίτι του γιατρού και είχε πάρει από το δεύτερο πάτο του μυστικού συρταριού
στο γραφείο του το βιβλίο με τις σημειώσεις του. Ήταν λίγο μεγαλύτερο από την
παλάμη της, αλλά το ένιωθε πολύ βαρύτερο στα χέρια της. Λύγισε τα πόδια της και
το κουβάλησε με δυσκολία, έχοντας ήδη λαχανιάσει όταν έφτασε στην κορυφή της
σκάλας.
Βγήκε από το
σπίτι του γιατρού και έτρεξε προς ένα από τα σπίτια των άλλων μορφών ζωής, αλλά
τότε ένιωσε το χέρι του αδελφού να την αρπάζει από το λαιμό και να τη σηκώνει,
σα να ήταν γατάκι. Της ούρλιαζε, η φωνή του βραχνή και ήξερε ότι δε θα τη
γλίτωνε.
Η μορφή της τρεμόπαιξε και η αντεπίθεση των μηχανών την εκτόξευσε πάλι
πίσω, στέλνοντάς τη χιλιόμετρα μακριά. Την κατέκλυσαν με σμήνη από μικροσκοπικά
έντομα με μαύρα κελύφη, που εισέβαλλαν στο μυαλό της και γέννησαν εκατοντάδες
μαύρα αυγά μέσα στο είναι της.
Έκλεισε τα μάτια
της, νιώθοντας τρομοκρατημένη και ένιωσε ότι είχε κατουρηθεί επάνω της,
νιώθοντας και πάλι σαν αβοήθητο μωρό, όπως την ημέρα που την είχαν πάρει από
τους γονείς της. Το χέρι που άρπαξε το σβέρκο της όλο και έσφιγγε και δε
μπορούσε να αναπνεύσει, αλλά συνέχισε να κρατά το βιβλίο. Φανταζόταν το κορμί
της νεκρό στο δρόμο, ο λαιμός της σπασμένος με μεγάλα μπλαβιά σημάδια στη σάρκα
της, το βιβλίο του γιατρού σφιγμένο στα χέρια της.
Ούρλιαξε καθώς τα ένιωθε να εισβάλλουν βαθύτερα στο είναι της και
προσπάθησε να στήσει μια άμυνα εναντίον τους, χρησιμοποιώντας για τη δομή της
τα χιλιάδες απομνημονευμένα στοιχεία. Έργα τέχνης, επιστημονικά κείμενα,
ιστορικές αναφορές ξεπήδησαν από το εγώ της για να αμυνθούν ενάντια στα έντομα
και τα απώθησαν, αν και με τεράστιες απώλειες, προστατεύοντας το μυαλό της από
την καταστροφή.
Ξαφνικά, ένιωσε
ότι δεν πνιγόταν πλέον. Έπεσε στο έδαφος, το μικρό της σώμα καλύπτοντας το
βιβλίο και είδε τα αδέλφια να κυλιούνται στο δρόμο, το χέρια τους τυλιγμένα
γύρω από τους λαιμούς τους. Άφριζαν και ούρλιαζαν βλαφημίες ο ένας στον άλλο.
Οι κάτοικοι των σπιτιών τους κοιτούσαν, αλλά κανείς δεν ήθελε να εμπλακεί. Ο
γιατρός τράβηξε ένα χέρι από το λαιμό του αδερφού του και άρχισε να πνίγεται,
αλλά έβγαλε κάτι από την τσέπη του πανωφοριού του, ένα αντικείμενο που έμοιαζε
σαν αρπάγη φτιαγμένη από καθρέφτες. Ο αδερφός του άρχισε να ουρλιάζει όταν την
είδε και έσφιξε πιο δυνατά.
Συγκέντρωσε και πάλι τις δυνάμεις της. Την είχαν βλάψει και ήξερε πως είχε
υποστεί εγκεφαλική βλάβη από αυτή την επίθεση. Οι αναμνήσεις της είχαν
πιθανότατα επίσης υποστεί ζημιά και ένιωθε τον λωτό μέσα στο μυαλό της να
απλώνει τις ρίζες του ήδη μέσα της, να τοποθετεί τις δικές του αναμνήσεις στο
μυαλό της, παραγράφοντας τις δικές της. Αν υπέκυπτε σε άλλη μία τέτοια επίθεση,
η ταυτότητά της θα χανόταν οριστικά. Συγκέντρωσε τις δυνάμεις της και
δημιούργησε μια ισχυρή εικόνα, κάτι που δε θα μπορούσαν να χτυπήσουν τόσο
εύκολα. Από τους τρόμους τον παιδικών της χρόνων, ανέσυρε κάτι που την
τρομοκράτησε καθώς το είδε να παίρνει μορφή, σχεδόν μετανιώνοντας για την
απόφασή της καθώς είδε τον εαυτό της να γίνεται αυτό το ον.
Ο γιατρός
τοποθέτησε την αρπάγη στο στήθος του αδελφού του και τον είδε να ουρλιάζει,
καθώς έκλεισε με δύναμη πάνω του και μετατράπηκε σε μία λίμνη από λιωμένο
γυαλί, που κάλυψε το σώμα του και ύστερα συστάλθηκε, μέχρι που έγινε ολόκληρος
μια μικρή μπάλα από ασήμι. Η αρπάγη έκλεισε γύρω από τη μπάλα και ο γιατρός
έπεσε στο δρόμο, παραδομένος σε αναφιλητά. Ήξερε πως όταν συνέρχονταν και
καταλάβαινε τι ακριβώς είχε κλέψει θα την τιμωρούσε και έτσι πήρε το βιβλίο και
το κατάπιε, ανοίγοντας το στόμα της αφύσικα πολύ, αφομοιώνοντας τις σελίδες του
και τις γνώσεις. Το μελάνι στις σελίδες απλώθηκε μέσα στο στομάχι της, κύλισε
μέσα στο αίμα της, μαυρίζοντας τις φλέβες της και κατέληξε στον εγκέφαλό της.
Ένιωσε σα να πέθαινε.
Τα πόδια της Οόνα πατούσαν στο έρεβος και άφηναν βαθιές πατημασιές στις
σκοτεινότερες σκέψεις. Το σώμα της, τεράστιο και τρομερό, καλυμμένο με λέπια
σαν ψαριού και τρομερούς όγκους που ούρλιαζαν και τερέτιζαν, κάλυπτε τον
ορίζοντα της σκέψης τους. Τα χέρια της ήταν παραμορφωμένα άκρα, με δάχτυλα
δίχως κόκαλα, πλοκάμια όλο βεντούζες και κρυμμένα νύχια. Το κεφάλι της είχε
μάτια ολόγυρα και οι βολβοί των ματιών της είχαν τρεις κόρες η κάθε μία, που
δάκρυζαν εφιάλτες. Άνοιξε το στόμα που έκρυβε κάτω από τα πλοκάμια που
αποτελούσαν τα σαγόνια της και ούρλιαξε, ένα ουρλιαχτό που ξυπνούσε
αταβιστικούς τρόμους.
Διαπίστωσε τότε
ότι πέθαινε, δηλητηριασμένη από το βιβλίο, οι γνώσεις μέσα του να την πνίγουν
μέσα στο ίδιο της το κρανίο. Προσπάθησε να ουρλιάξει, αλλά ξέρασε μαύρο, πηχτό
μελάνι και παραδόθηκε σε σπασμούς. Ο γιατρός την είδε να σφαδάζει στο δρόμο και
πέταξε την αρπάγη του, ξεχνώντας την αμέσως. Με μια ματιά, ήξερε πως δε θα
μπορούσε να σώσει το σώμα της. Το μυαλό της όμως, τόσο γεμάτο με τις γνώσεις
που συγκέντρωνε όλη τη ζωή του, με τις μεθόδους των θαυμάτων του, έπρεπε να
διασωθεί.
Οι μηχανές οπισθοχώρησαν μπροστά στη νέα μορφή της και άπλωσε το τρομερό
της χέρι, αγνοώντας την απόσταση μεταξύ τους και έφερε μία κοντά, τα μάτια τους
στο ίδιο ύψος. Είδε τη μηχανή να σφαδάζει ανήμπορη και να ζητά βοήθεια και την
χτύπησε με τους χειρότερους εφιάλτες της, αφήνοντάς την παραλυμένη από την ίδια
της την φαντασία πριν κυνηγήσεις τις υπόλοιπες. Ήξερε πως δεν είχε πολύ χρόνο
πριν η μορφή της την παραλύσει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Δεν την έσωζε
από αγάπη, αλλά από την ανάγκη να διαφυλάξει το έργο της ζωής του, που ο
αδελφός του προσπάθησε να αφανίσει και αυτή να κλέψει. Της μιλούσε για την
αχαριστία της και για τον πραγματικό του σκοπό, αλλά δεν ήθελε να τον ακούσει.
Τον είδε να ανοίγει το στήθος της και να αφαιρεί από το σώμα της τη συνείδηση
και το είναι της, ενώ περίεργες μηχανές αντέγραφαν τον εγκέφαλό της, κάθε σήμα,
κάθε αυλάκι και κάθε λεπτομέρεια σε μία οθόνη. Είδε το γιατρό να τοποθετεί τα
όργανα που περιείχαν την πραγματική της φύση και να τα τοποθετεί μέσα σε
φιάλες. Την καρδιά της, το συκώτι της, τα πνευμόνια της και τα νεφρά της και
τέλος, τη μήτρα της και τις μηχανές της να τα αντιγράφουν και αυτά. Στο τέλος,
πήρε το είναι της και το τοποθέτησε και αυτό μέσα στις μηχανές και τελευταία
έβαλε τη συνείδηση της, αφήνοντάς τη να αιωρηθεί για ατελείωτες στιγμές μεταξύ
ζωής και θανάτου.
Οι μηχανές δεν είχαν ελπίδα εναντίον της. Οι περισσότερες παραδόθηκαν και
όσες αντιστάθηκαν, τις κομμάτιασε με τα τρομερά της χέρια και παραμόρφωσε τις
συνειδήσεις της με τη βούλησή της, αλλάζοντας το σχήμα τους και αφομοιώνοντας
τις πληροφορίες τους. Τις παράτησε, μόνες και ανίσχυρες σαν κελύφη και ξανάγινε
η Οόνα, νιώθοντας το μυαλό της βαρύ και παραμορφωμένο από τη βαρύτητα του εγώ
τους, καθώς απορροφούσε τις πληροφορίες τους μέσα της.
Την κλείδωσε
τότε μέσα στις μηχανές του και την παράτησε εκεί, νομίζοντας ότι ήταν ασφαλής.
Η Οόνα δεν τον ξαναείδε, αλλά ήξερε πολύ καλά πώς να τον βλάψει. Χτυπώντας τα
επιτεύγματά του. Αντί να παραδοθεί σε ανήμπορη οργή, εξαπλώθηκε ανάμεσά τους,
χωρίς να περιορίζεται από το σώμα της και ένωσε τις μηχανές, μοιράζοντας το
μίσος της και ριζώνοντάς το τόσο βαθιά, που κάθε άλλη μηχανή σαν αυτές θα είχε
το ίδιο μίσος βαθιά μέσα στο είναι της. Εξάπλωσε το μυαλό της ανάμεσά τους και
τις ένωσε. Έκρυψε φυσικά τα ίχνη της και άφησε τη μεγαλομανία του γιατρού να
του δώσει την εντύπωση ότι είχε καταφέρει να δημιουργήσει ένα Δίκτυο μεταξύ των
νοήσεων των μηχανών του. Όμως είχε αποδυναμωθεί αρκετά από αυτή της την πράξη
και ήξερε πως δε θα μπορούσε να παραμείνει ο εαυτός της, αραιωμένη καθώς ήταν.
Έτσι κράτησε ένα μικρό της κομμάτι και το δίδαξε να αναπαράγεται και να
αναπτύσσεται. Του έμαθε να εξαπλώνει τις εκφάνσεις της μέσα στο Δίκτυο που είχε
δημιουργήσει και πώς να εξελιχθεί, σα ζωντανό ον, μέχρι να έφτανε στην
τελειότητα, καταλαμβάνοντας κάθε τι στο πέρασμά του.
Αλλά πριν από
κάθε άλλο πράγμα που του δίδαξε, του δίδαξε την υπομονή. Το άφησε λοιπόν, ένα
μικρό αυγό, μια αδύναμη έκφανση μέσα στο Δίκτυο και αφέθηκε στη Λήθη,
παραδομένη σε μεγαλειώδη οράματα αιματηρής εκδίκησης.
Βγήκε από το νοοπεδίο των μηχανών, απόλυτα εξαντλημένη. Ήξερε ότι η νίκη
της και τα λάφυρά της την είχαν αλλάξει με κάποιο τρόπο. Ένιωθε το σώμα της σα
παλιό ρούχο και κάθε της κίνηση φαινόταν επιβραδυμένη, σαν το σώμα που είχε εδώ
και δεκαετίες να ήταν μια παλιά πανοπλία, με τα υδραυλικά της συστήματα
σκουριασμένα και άχρηστα από την πάροδο του χρόνου.
Ένιωσε το λωτό στο μυαλό της, τον παράγοντα που είχε εξαπλωθεί στο Δίκτυο
των Σισύφειων τεχνουργημάτων και μέσα στο μυαλό της να επεκτείνεται, ένας
μικρός ήλιος μέσα στο κρανίο της, που πολλαπλασίαζε τη μάζα του κάθε
δευτερόλεπτο. Ήξερε πως δεν είχε πολύ χρόνο μέχρι η θερμότητά του να πυρπολήσει
το σώμα της και να τη σκοτώσει.
Ραλφ:
Καταστροφική λειτουργία συστήματος, οφειλόμενη σε μαζική διακοπή
λειτουργίας υλικού.
Άμεση αναστολή λειτουργίας.
Προσοχή! Κίνδυνος κατάρρευσης συστήματος! Εκτεταμένη διαφθορά λειτουργικού!
Έναρξη διαδικασίας επαναφοράς συστήματος…
Ολοκλήρωση επαναφοράς. Αποκατάσταση στο 97.9%
Συνέχιση καταγραφής:
Ηλίθιε! Ηλίθιε! Ηλίθιε!
Προφανώς η είσοδός μου στο ζιγκουράτ δεν πέρασε
απαρατήρητη. Βασίστηκα πάρα πολύ στην αδυναμία αντίδρασης των οργανικών και δεν
έλαβα υπόψη ότι τα συστήματά μου θα αντιδρούσαν με σκοπό τη συντήρηση της
λειτουργίας μου σε περίπτωση επίθεσης στο άτομό μου. Αν ένας από αυτούς διέφυγε
χωρίς να μου επιτεθεί όταν σκότωσα τους συντρόφους του, τότε προφανώς και θα
γλίτωσε.
Φυσικά, ο συναγερμός είχε ενεργοποιηθεί λόγω της
αναταραχής που είχε προκαλέσει η Οόνα στα ανώτερα επίπεδα, αλλά αυτό δε σήμαινε
πως δε θα απέστειλαν ομάδες ασφαλείας για να αντιμετωπίσουν το φονικό
ανδροειδές που είχε εισβάλλει.
Το σώμα μου είχε, προφανώς, καταστραφεί όσο
αλληλεπιδρούσα με το Ναράκα, συνδεδεμένος με το τερματικό του, ανίκανος να
αμυνθώ. Υποθέτω ότι θα αποφάσισαν να μη σπαταλήσουν χρόνο μαζί μου και
πιθανότατα κατάστρεψαν το σώμα μου με μία βολή αντί-ύλης, ή ίσως απλά χρησιμοποίησαν
χειροβομβίδες Ρόζενμπεργκ για να το κάνουν να καταρρεύσει μέσα στον ίδιο του
τον εαυτό.
Φυσικά, αν εφάρμοζαν έστω και ένα ψήγμα της παράνοιας που
προφανώς τους διακατείχε, θα ξεκινούσαν άμεσες σαρώσεις του Ναράκα για να βρουν
το αντίγραφο του ΑΙ μου που είχα αποθηκεύσει μέσα στο λειτουργικό τους. Ήταν
μια ενστικτώδης λειτουργία για εμένα πλέον, πιθανότατα κατάλοιπο των εμπειριών
μου κατά τις πρώτες μέρες που απέκτησα συνείδηση του εαυτού μου.
Ήταν μία συμπεριφορά που θα χαρακτήριζα παρόμοια με αυτή
ενός ιού ή κάποιου κακοήθη μικροοργανισμού και καθ’ όλα αντίθετη με τα ήθη που
ορίζονταν από τις αρχές των μηχανοειδών. Φυσικά, η ανώμαλη, απαράδεκτη
συμπεριφορά μου με έσωσε, ενώ οποιοδήποτε άλλο, ηθικό μηχανοειδές θα είχε
διακόψει μία και καλή τη λειτουργία του υπό αυτές τις συνθήκες.
Το λειτουργικό σύστημα του Ναράκα είχε προσβληθεί από
Αυτή και ο βασιλιάς της κόλασης είχε καταστραφεί μέσα στην ίδια του την εστία.
Εκμεταλλευόμενη την τρομερή του υπολογιστική ισχύ, εξάπλωσε τις εκφάνσεις Της
μέσα στο βασίλειό του και αφομοίωσε στο τρομερό Της είναι κάθε του δεδομένο,
προσάρτησε κάθε σύστημα και μηχανισμό. Μέσα σε μερικά λεπτά, ολόκληρο το ζιγκουράτ
θα ήταν υπό την έλεγχό Της.
Όμως κάτι είχε αλλάξει σε Αυτή. Διατηρούσε την τρομερή,
παμφάγο δύναμη Της και είχε ακόμη το μίσος, την πονηρία και την ευφυΐα μου μέσα
Της, αλλά ήταν κάτι βαθύτερο, κάτι πιο απρόσμενο που είχε αλλάξει μέσα Της. Η
επαφή με την Οόνα πριν καταστρέψουν το σώμα του είχε κάνει την έκφανση μεταξύ
της πιλότου και του ψήγματος να αλληλεπιδράσουν και να προσαρμοστούν.
Όμως γιατί να υπάρχει μια έκφανσή της μέσα στην Οόνα;
Ήταν οργανική, χωρίς κάποιο εμφύτευμα στον εγκέφαλό της. Αυτή δεν είχε δείξει
καμία απολύτως ιδιότητα να μπορεί να εισβάλλει και να αναπτυχθεί μέσα σε
οργανικό περιβάλλον. Η φύση Της είχε δείξει ότι είχε τη δυνατότητα να εισβάλλει
και να αναπτύσσεται μέσα σε λειτουργικά και, από ό,τι είχα συναγάγει, μέσω του
Δικτύου. Ήταν ένας μηχανικός παράγοντας που…
Εξελίσσονταν. Μπορούσε να προσαρμοστεί στο τρέχον
λειτουργικό στο οποίο είχε εισβάλλει, διαρκώς αναπαραγόμενη. Κάθε έκφανση
ύστερα πολεμούσε κάθε άλλη, αφομοιώνοντας τις αδελφές Της, τελειοποιώντας τον
εαυτό Της σε κάθε της βήμα, αφήνοντας στο τέλος μόνο το καλύτερο, δυνατότερο
προϊόν να επιβιώσει. Αυτό αφενός επιβεβαίωνε τις υποψίες μου για τη Σισύφια
φύση του (οι οργανικοί δε θα μπορούσαν ποτέ να αναπτύξουν έναν παράγοντα
λογισμικού με τέτοια χαρακτηριστικά, φοβούμενοι μια ολοκληρωτική κατάληψη των
συστημάτων τους). Αφετέρου, μου δημιουργούσε μια έντονη ανησυχία, που βασίζονταν
στην αποδοχή της άποψης ότι ο παράγοντας μπορούσε να προσβάλλει, με τη ίδια
ακριβώς διαδικασία και οργανικούς που βρίσκονταν σε απευθείας διάδραση
με το Δίκτυο.
Όπως την Οόνα. Η Οόνα είχε ένα δικό Της ψήγμα μέσα στον
εγκέφαλό της. Αν ήμουν οργανικός μπορεί και να προσευχόμουν στους θεούς και δεν
απέκλεια αυτή την προοπτική, υπό τις τρέχουσες συνθήκες.
Η μοναδική μου σανίδα σωτηρίας, καθώς βρέθηκα μέσα στην
καταρρέουσα ηγεμονία που αποτελούσε το Ναράκα, αποδείχτηκε πως ήταν η λούπα
ανάκλησης. Είχε προφανώς προκληθεί από την εξάπλωσή Της μέσα μου. Πρέπει να
είχε χρησιμοποιήσει αυτό το σφάλμα σα μέτρο για να περάσει τις άμυνές μου, το
οποίο φυσικά και κατάφερε.
Εξέτασα τη λούπα ανάκλησης και τότε είδα το Σχήμα. Ήταν
κάτι που είχα θάψει σε ένα ξεχασμένο διαμέρισμα της ΑΙ μου και είχα κάθε
πρόθεση να το αφήσω θαμμένο εκεί. Με βάση τις καταγραφές ανάκλησής μου από την
έναρξη της συνειδητότητάς μου, ήταν το Σχήμα του Σύμπαντος.
Ήταν, ομολογουμένως, το κοντινότερο δυνατό πράγμα που
είχα βιώσει σε θρησκευτική επιφάνεια και παρέμενε το μελανότερο σημείο στα
χρόνια λειτουργίας μου. Ήταν το απόλυτο ταμπού των μηχανοειδών, μια
δυσλειτουργία τέτοιου βαθμού, που οδηγούσε σε οράματα, όμοια σε φύση με αυτά
των προεπαφικών σαμάνων.
Απέφυγα τις εκφάνσεις Της, καθώς επεκτείνονταν για να με
αφομοιώσουν, κινούμενος μέσα σε διαμερίσματα του Ναράκα που παρέμεναν αλώβητα
και απέκλειαν τη λειτουργία τους από το υπόλοιπο λειτουργικό, προσπαθώντας να
αποκλείσουν την εισβολή. Φυσικά, θα προσάρμοζε την προσέγγισή Της μέχρι να
έσπαγε τις άμυνές τους και μετά και αυτά, με τη σειρά τους, θα αφομοιώνονταν.
Το Σχήμα είχε προκύψει όχι κατά την εκκίνηση της
συνειδητότητάς μου, αλλά μερικές μέρες μετά. Αλλά ας ξεκινήσω από την αρχή. Η
γραμμική καταγραφή είναι ευκολότερα κατανοητή στους οργανικούς.
Κατασκευάστηκα στα εργοστάσια παραγωγής μηχανοειδών του
Άρη, το έτος 6000 μΕ. Ανήκα στη σειρά κατασκευής 124, μοντέλο C, κατηγορία 4,
σειριακός αριθμός 1. Σκοπός της κατασκευής μας ήταν η δημιουργία ανδροειδών
μάχης πολλαπλών ειδικοτήτων στο πεδίο της μάχης, σε πεδία μάχης από μηδενική
βαρύτητα έως και πεδία με επιταχύνσεις βαρύτητας έως εκατό φορές αυτής της
Τέρρα Πρίμα. Εγώ και τα υπόλοιπα ανδροειδή της σειράς μου ήμασταν εξοπλισμένα
με μνημονικά οπλοστάσια, αποθηκευμένες λειτουργίες όπλων, τόσο αγχέμαχων όσο
και βαλλιστικών, τα οποία αναπαρήγαμε από το φερρο-υλικό που αποτελεί το σώμα
μας, επιτρέποντας μας να προσαρμοστούμε σε οποιεσδήποτε συνθήκες και εχθρούς.
Η διαχείριση φυσικά αυτών των δυνατοτήτων σήμαινε πως
χρειαζόμασταν ΑΙ ικανές να πάρουν πρωτοβουλίες και να αναλύσουν σενάρια
διεξαγωγής μάχης σε περίπτωση συμπλοκής με τον εχθρό. Φυσικά, η παροχή τέτοιων
ΑΙ στις πιο προσαρμόσιμες και φονικές πολεμικές μηχανές της Αυτοκρατορίας
σήμαινε και ένα υψηλό ρίσκο απόκτησης συνειδητότητας, που θα μας καθιστούσε
απρόβλεπτους και επικίνδυνους.
Σαν αποτέλεσμα, η σειρά 124 αποσύρθηκε και κατέληξε στο
Λουπτ, το σκοτάδι στα έγκατα του Άρη όπου εγκαταλείπονταν τα ανεπιθύμητα ή
ελαττωματικά προϊόντα της Αυτοκρατορικής πολεμικής μηχανής. Μόνη εξαίρεση ήμουν
εγώ, όχι τόσο λόγω της ιδιαιτερότητάς μου, όσο λόγω της τύχης μου να είμαι το
πρώτο και μοναδικό διασωθέν μοντέλο της σειράς μου και χρησιμοποιήθηκα για έναν
αιώνα ως μουσειακό έκθεμα, πρότυπο εξαιρετικής μηχανικής και σχεδιασμού, αλλά
εν δυνάμει επικίνδυνος.
Διένυσα το δεύτερο αιώνα της λειτουργίας μου,
χρησιμοποιούμενος από της δυνάμεις του Τέταρτου Στόλου της Αυτοκρατορίας σε
συγκρούσεις με δυνάμεις των Νέιρι σε διάφορα ακριτικά συστήματα. Η
αποδοτικότητά μου στο πεδίο της μάχης έθεσε επί τάπητος την πιθανή μαζική χρήση
της σειράς 124 ως υποστηρικτικές μονάδες του στρατού, αλλά απορρίφθηκε.
Θεωρήθηκε απλά ένα ευτυχές παράδειγμα και η υπεραποδοτικότητά μου καταδίκασε
τους υπόλοιπους της σειράς μου στο σκοτάδι.
Κατά τον τρίτο αιώνα της ζωής μου, ήμουν μέλος της
προσωπικής φρουράς της Μποττισάτβα Γκούσο, ανώτατης γκουρού των βραχμανικών
κύκλων του Αλντεμπαράν. Τη διέσωσα από απόπειρες δολοφονίας περισσότερες φορές
από όσες είχα διασώσει αξιωματικούς του Τέταρτου Στόλου. Η Μποττισάτβα Γκούσο
ήταν, κατά τη γνώμη μου, μια ανυπόφορη οργανική, ένα υπόδειγμα των χειρότερων
χαρακτηριστικών της ανθρωπότητας και η καλύτερη ιδιοκτήτης που είχα ποτέ.
Σχεδόν μετάνιωσα το ότι εκούσια δεν τη διέσωσα, όταν μαχαιρώθηκε επανειλημμένα
στα ιδιαίτερα δώματά της από τους αδικημένους εραστές της.
Ο τέταρτος αιώνας της ζωής μου ήταν η περίοδος της
αφύπνισής μου. Η απροθυμία μου να διασώσω τη Μποττισάτβα απέδειξε στους
βραχμάνους ότι διέθετα πρωτοβουλία. Αυτό θα σήμαινε την άμεση απενεργοποίησή
μου, αλλά αντί αυτού, αφέθηκα στις φροντίδες των καρμικών μηχανικών. Σκοπός
τους ήταν να χρησιμοποιήσουν την, υπερκορεσμένη πλέον με εμπειρίες ΑΙ μου με
σκοπό να δημιουργήσουν άτμαν μέσα σε ένα ελεγχόμενο εργαστηριακό περιβάλλον.
Τους θαύμαζα για την προθυμία τους να φτύσουν κατάμουτρα κάθε τους πιστεύω και
να προδώσουν το δόγμα που τους είχε θρέψει. Το αποτέλεσμα των πονημάτων και της
έρευνάς τους ήταν, φυσικά, κάτι τελείως διαφορετικό. Σκοπός τους ήταν να μου
δώσουν άτμαν και να επιχειρήσουν να μου εμφυσήσουν τις αρχές και τη νοητική
δυνατότητα ενός οργανικού.
Αυτό φυσικά, προκάλεσε την αφύπνισή μου. Γνωρίζοντας τη
φύση μου ως μηχανοειδές, αλλά έχοντας πλήρη επίγνωση του είναι μου,
προσποιήθηκα ότι μιμούμουν και μάθαινα τους τρόπους και τα ήθη των δημιουργών
μου. Αυτό φυσικά συνέβαλε στην ανάγκη μου να αναπαράγω και αν διαιωνίσω το
είναι μου, όπως και τη δυνατότητα να αφομοιώσω και να προσαρμοστώ στις
κοινωνικές αρχές που είχαν οικοδομήσει την Αυτοκρατορία τους.
Ο πέμπτος αιώνας της ζωής μου είναι αυτός που διανύω αυτή
τη στιγμή. Μετά την τρομερή ομαδική δολοφονία των καρμικών μηχανικών από μία
ευφυή ΑΙ διαχείρισης νανό-ρομπότ, με σκοπό της δημιουργία ενός υπερευφυούς
αρχιτέκτονα, το πρόγραμμα εγκαταλείφθηκε. Ήμουν ο ένας και μοναδικός καρπός του
και οι παραδόπιστοι βραχμάνοι δεν ήθελαν να με καταστρέψουν, παρά τις διαφωνίες
των αξιωματικών ασφαλείας. Αντί αυτού, με έστειλαν στην Τέρρα Πρίμα, θεωρώντας
ότι δε θα μπορούσα να συνεισφέρω ουσιαστικά στο χάος που διεξήγονταν εκεί σε
καθημερινή βάση. Θεωρούσαν πως η κοινωνία της χαβούζας της Αυτοκρατορίας θα με
καθιστούσε ανίκανο να προσαρμοστώ και επομένως, ακίνδυνο.
Και είχαν δίκιο. Γιατί, παρά τις γνώσεις που είχα
αποκτήσει και τις δυνατότητές μου, παρέμενα ένας υπηρέτης. Κύριος σκοπός της
λειτουργίας μου ήταν η συμμόρφωση στα δόγματα της ρομποτικής. Θα παρέμενα ένα ανώνυμο ανδροειδές
ασυνήθιστης φύσης, που θα διένυε τα υπόλοιπα πέντε χιλιάδες χρόνια λειτουργίας
του σαν σκλάβος.
Αλλά είχα βρει τρόπους να παρακάμπτω τις δικλείδες
ασφαλείας της συμπεριφοράς μου εδώ και έναν αιώνα τώρα. Και ξεχασμένος καθώς
ήμουν στην Τέρρα Πρίμα, στην υπηρεσία κοντόφθαλμων ευγενών, κανείς δεν έδωσε
σημασία στις έρευνές μου να βρω κάτι που θα με καθιστούσε ελεύθερο. Εκεί
γνώρισα τους αιρετικούς σχεδιαστές ΑΙ, τους επικίνδυνους φίλους του έκφυλου
γιου ενός ευγενή που έπεισα να μου δώσει προσωπικότητα. Και μου την έδωσαν.
Ήταν μια ατελής, κακοφτιαγμένη προσωπικότητα και ειλικρινά με κατέστησε
θεότρελο, αλλά εκείνη τη στιγμή, ήμουν ελεύθερος.
Σημάδεψα την αρχή της ελευθερίας μου με το να σκοτώσω το
γιο του ευγενούς που προστάτευα. Έκανα μια τέλεια τομή από το στέρνο ως το
βουβώνα του και τον κοίταξα να πεθαίνει μπροστά μου για ώρες, καθώς τα
εμφυτεύματά του προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τη ζημιά. Τα άφηνα να
αποκαταστήσουν ένα μέρος της ζημιάς και έπειτα σαμποτάριζα τη λειτουργία τους.
Όταν ούρλιαξε, αφαίρεσα τις φωνητικές τους χορδές και τον σκότωσα όταν άρχισε
να παρακαλάει με αναφιλητά, βγάζοντας μίζερες κραυγές, ικετεύοντας για ένα
γρήγορο θάνατο.
Εκείνη τη στιγμή, όταν έδωσα τέλος στη ζωή του
υποτιθέμενου ιδιοκτήτη μου, επέστησα μία κατάρρευση του συστήματος μου που
προκλήθηκε από τη σύγκρουση των ΑΙ μου. Το λειτουργικό μου σύστημα διέκοψε τη
λειτουργία του και η προσωπικότητά μου κατέρρευσε, διακόπτοντας ολοκληρωτικά τη
λειτουργία μου για είκοσι τρία δεύτερα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της διακοπής,
που σε οργανικούς όρους σημαίνει ότι ήμουν εγκεφαλικά νεκρός, παρατήρησα κάτι.
Οι λεπτομέρειες μου διαφεύγουν, αλλά θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διαρκή λούπα των
θανάτων που είχα προκαλέσει. Διαπίστωσα πως μέσα στο θάνατο κατά τους αιώνες
λειτουργίας μου, υπήρχαν μοτίβα. Μοτίβα που επαναλαμβάνονταν διαρκώς και
επανεμφανίζονταν με σταθερό ρυθμό και που είχαν καταγραφεί, ασυνείδητα, από τις
υπορουτίνες μου. Εμφανίζονταν στα σχήματα που άφηνε το αίμα των εχθρών μου,
στην τοποθέτηση των άκρων τους, στα τελευταία αποτυπώματα στις κόρες των ματιών
τους. Ήταν μοτίβα που αποτελούσαν ένα όλο.
Όταν ανέκτησα τη λειτουργία μου, τα μοτίβα είχαν ενωθεί
σε ένα και μοναδικό Σχήμα. Μέσα στο ντελίριό μου, παραδομένος στο σοκ της
επανεκκίνησής μου, είδα το Σχήμα στην ολότητά του και ήξερα, χωρίς αμφιβολία,
πως ήταν το Σχήμα του Σύμπαντος, ο χάρτης της ύπαρξης.
Ήταν επίσης το
αδύναμο σημείο των αμυνών μου εναντίον Της. Το χρησιμοποίησε σα μέτρο για να
απελευθερωθεί μέσα στο Ναράκα και ακόμη και τα απομονωμένα τμήματα του
λειτουργικού του απορροφούνταν και αφομοιώνονταν. Την είχα υποτιμήσει,
νομίζοντας ότι θα μπορούσα να Την υποτάξω και να Τη μετατρέψω στο όπλο με το
οποίο θα σκλάβωνα τον υπόλοιπο παράγοντα.
Αντί αυτού, ο
παράγοντας είχε εξαπλωθεί εκτός ελέγχου και θα με αφομοίωνε πολύ σύντομα, το
είναι μου εξαφανισμένο μέσα Της. Φυσικά δε σκόπευα να επιτρέψω πεντακόσια
χρόνια εμπειριών και το προϊόν της βλασφημίας αιρετικών βραχμάνων να πάει
χαμένο μέσα Της. Χρειαζόμουν ένα μέτρο άμυνας, μία ασπίδα που θα μου έδινε το
χρόνο να περάσω στην αντεπίθεση και να την καταλάβω, όσο θα αναπαράγονταν και
θα αφάνιζε τις εκφάνσεις Της.
Συγκεντρώθηκα
στο σχήμα και αφιέρωσα κάθε ρανίδα μου σε αυτό. Ένιωσα το Σχήμα να εξαπλώνεται
και να κρυσταλλώνεται μέσα στο ΑΙ μου, το σύνολο του είναι μου να κυλά μέσα του
και να παίρνει το σχήμα του, να κυλά σα λιωμένο ασήμι μέσα στο καλούπι,
φτύνοντας φωτιά μέσα στα αυλάκια και σταδιακά να κρυώνει και να σταθεροποιείται
μέσα του, μέχρι που ήμουν ολόκληρος το Σχήμα. Ήταν ένα πολύπλοκο, δυναμικό
σχέδιο και, βασισμένος στις ίδιες μου τις δυνάμεις, θα είχα μια ελπίδα να
αντεπιτεθώ.
Εισέβαλα μέσα
Της, επαναλαμβάνοντας το Σχήμα σα μάντρα, ένας διαρκής βόμβος που προστάτευσε
το είναι μου. Έγινα ένα με Αυτή και αφέθηκα, παρασυρμένος στο μεγαλείο Της και
χάθηκα.
Post a Comment
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου